Πριν 1,5 χρόνο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, ψηφίστηκε σχεδόν από μισό εκατομμύριο μέλη της ΝΔ, που ήθελαν να αναδειχθεί μία νέα γενιά πολιτικών, που θα πιστεύουν στις μεταρρυθμίσεις και θα αφήσουν πίσω τους τις παθογένειες του παρελθόντος. Στην εσωκομματική μάχη της ΝΔ είχε συντριβεί η «συναινετική» γραμμή του Βαγγέλη Μεϊμαράκη και ο σημερινός πρόεδρος του κόμματος είχε καταφέρει να κερδίσει ως «Κυριάκος» και όχι ως «Μητσοτάκης». Ωστόσο, σήμερα, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ακυρώνει διαρκώς τον εαυτό του, καθώς ο Μητσοτάκης… καταργεί τον άλλο του εαυτό: τον μεταρρυθμιστή Κυριάκο, που κέρδισε την εμπιστοσύνη εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών που ήθελαν να πάει επιτέλους η χώρα μπροστά.
Έχει αναλυθεί επαρκώς και στο εσωτερικό της ΝΔ αλλά και ευρύτερα το πώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατάφερε να ανατρέψει όλα τα προγνωστικά και να εκλεγεί πρόεδρος του κόμματος. Στις κάλπες δεν προσήλθαν… οι καπιταλιστές, οι βιομήχανοι και οι εφοπλιστές, αλλά εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου που, βλέποντας τις αυταπάτες του Αλέξη Τσίπρα περί «δυναμικής διαπραγμάτευσης» να καταρρέουν με την υπογραφή ενός τρίτου και αχρείαστου Μνημονίου, αντιλήφθηκαν ότι χρειάζονται καινούργιες νοοτροπίες για να πάει η χώρα μπροστά. Ούτως ή άλλως, οι οπαδοί και τα μέλη της ΝΔ που προσέφεραν μία συντριπτική νίκη στον Κυριάκο Μητσοτάκη, είχαν βιώσει και την δεύτερη ήττα του κόμματός τους στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 εξαιτίας του συναινετικού τρόπου με τον οποίο ο τότε αρχηγός, Βαγγέλης Μεϊμαράκης, είχε πολιτευθεί.
Συγγνώμη ίσον… αυτοκτονία
Ήταν στα μισά της προεκλογικής περιόδου, όταν φάνηκε ότι ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης έπαιζε έναν ρόλο που δεν τού… πήγαινε. Ως «καραμανλικός», ήταν εξαιρετικά φιλικός προς τον ΣΥΡΙΖΑ και ως τα μέσα της προεκλογικής περιόδου ασκούσε σκληρή αντιπολίτευση. Λογικό, θα πει κανείς, αφού οι δημοσκοπήσεις έδειχναν «ισοπαλία» μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ και ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης όφειλε να χτυπήσει σκληρά τον πολιτικό του αντίπαλο προκειμένου να οδηγήσει το ιστορικό κόμμα της Κεντροδεξιάς στην εξουσία ξανά. Όμως, ο τότε πρόεδρος της ΝΔ δεν άντεξε: αφού είχε αποκαλέσει τον Αλέξη Τσίπρα «ψευτράκο», αποφάσισε να… τα πάρει όλα πίσω: με δηλώσεις του, είχε ζητήσει συγγνώμη για τον χαρακτηρισμό και λίγο αργότερα, είχε αφήσει ορθάνοιχτο το ενδεχόμενο συγκυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με την ΝΔ, αν παραστεί ανάγκη και δεν υπάρχει αυτοδυναμία. Τότε ήταν που στις δημοσκοπήσεις το κόμμα της Κουμουνδούρου πήρε κεφάλι, αφού οι πολίτες κατάλαβαν πως αν είναι τα δύο κόμματα να συγκυβερνήσουν, θα ήταν καλύτερο να… ψηφίσουν αυτό που είχε περισσότερες πιθανότητες να έρθει πρώτο.
Τα προτάγματα του μέλλοντος
Εξάλλου, ο τότε πρόεδρος της ΝΔ συνέχισε να υιοθετεί αυτή την συναινετική στάση, υπογραμμίζοντας διαρκώς την ανάγκη για «εθνική συναίνεση» και «συνεννόηση» και κατά την εσωκομματική προεκλογική περίοδο: σε αντίθεση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη που από τότε έθετε μπροστά μία ατζέντα μεταρρυθμίσεων για να βγει η χώρα από το τέλμα των Μνημονίων, ο Μεϊμαράκης εμφανιζόταν ανεκτικός, συναινετικός και… «χαλαρός». Αυτό ήταν που τού κόστισε την ηγεσία, σε συνδυασμό βεβαίως με την επιτυχία του Κυριάκου Μητσοτάκη να συσπειρώσει γύρω του μία κρίσιμη μάζα πολιτών που υποστήριζαν ότι η Ελλάδα πρέπει να περάσει σε μία νέα εποχή: με άλλα λόγια, οι εκατοντάδες χιλιάδες νεοδημοκράτες που στήριξαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά και οι πολλοί περισσότεροι που τον αναδεικνύουν εδώ και καιρό στην πρώτη θέση των δημοσκοπήσεων (τόσο στην πρόθεση ψήφου όσο και στην καταλληλότητα για την πρωθυπουργία) θέλουν να γίνει επιτέλους η Ελλάδα Ευρώπη: να συγκροτηθεί ένα μικρό, ευέλικτο και λειτουργικό κράτος που δε θα κοστίζει τόσο πολύ και δε θα αφαιμάζει για την συντήρησή του το μεγαλύτερο μέρος των φόρων που με κόπο πληρώνουν οι υγιείς δυνάμεις της επιχειρηματικότητας, της κοινωνίας και της οικονομίας. Να μην έχουν τον έλεγχο της αγοράς τα καρτέλ και τα συνδικαλιστικά συμφέροντα. Να λειτουργούν με ιδιωτικά κριτήρια οι μεγάλες δημόσιες επιχειρήσεις και να μην πληρώνουμε πανάκριβους λογαριασμούς ρεύματος για να προσλαμβάνει η ΔΕΗ… καλλιτεχνικό διευθυντή ορχήστρας. Να λειτουργεί όπως πρέπει η αγορά και να γίνουν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις που θα εκσυγχρονίσουν την οικονομία και θα οδηγήσουν στην προσέλκυση επενδυτών. Και, βεβαίως, το Δημόσιο όχι μόνο να κοστίζει λιγότερο, αλλά να μην δίνει και χώρο επιβίωσης στους γνωστούς «κηφήνες» που δεν θέλουν την αξιολόγηση.
Μητσοτάκης όπως… Μεϊμαράκης;
Όλα αυτά ήταν που έφεραν στην πρώτη θέση των εσωκομματικών εκλογών τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Και αν έδειξε κάτι η γρήγορη κατάκτηση της πρώτης θέσης στις δημοσκοπήσεις, αυτό είναι πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει καταφέρει με την μεταρρυθμιστική του ατζέντα να προσελκύσει πολίτες από διαφορετικούς πολιτικούς χώρους, που θέλουν απλώς να ζουν σε μία λειτουργική και καλορυθμισμένη, σύγχρονη δυτική και ευρωπαϊκή χώρα. Ωστόσο, τώρα ο πρόεδρος της ΝΔ δείχνει να ακυρώνει τον εαυτό του: ο Κυριακος Μητσοτάκης αφήνει κάθε μέρα που περνά πίσω του κάθε μεταρρυθμιστικό πρόταγμα που τόσα χρόνια υπερασπιζόταν, διακινδυνεύοντας να απογοητεύσει τους ψηφοφόρους και όσους πολίτες είχαν πιστέψει ότι είναι κάτι διαφορετικό: μόλις πριν 10 ημέρες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης που υπερασπιζόταν σε όλο τον πολιτικό βίο του τον χωρισμό Κράτους-Εκκλησίας, έκανε.. «γαργάρα» αυτό το αίτημα, κατόπιν συνάντησής του με τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Την περασμένη εβδομάδα, προέβη σε πλειοδοσία ΣΥΡΙΖΑϊκού λαϊκισμού και έφτασε στο σημείο να ζητήσει από την κυβέρνηση να προχωρήσει σε… παροχές από το θεωρητικό πλεόνασμα μιας χρεοκοπημένης χώρας. Έχει αφήσει το Δημοσιο εκτός του πολιτικού λόγου του και διαρκώς δίνει εγγυήσεις ότι… δε θα απολύσει κανέναν δημόσιο υπάλληλο. Και την ίδια ώρα, θυμίζει έντονα τον Σαμαρά των «Ζαππείων», αφού αποφεύγει να δηλώσει ότι θα τηρήσει τα συμφωνηθέντα, αλλά λέει ότι «μας δεσμεύουν οι στόχοι, αλλά όχι τα μέσα και οι πολιτικές για να τα επιτύχουμε».
Με άλλα λόγια, «θολώνοντας» το στίγμα της ΝΔ και το μεταρρυθμιστικό του προφίλ, κινδυνεύει να την πάθει όπως ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης που «θόλωσε» την ανάγκη ενός κόμματος εξουσίας να κάνει ό,τι μπορεί για να επανακτήσει την εξουσία αυτή. Αυτό, φυσικά, δεν σημαίνει ότι όσοι απογοητεύονται και υφίστανται ψυχρολουσία από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και την λαϊκιστική μεταστροφή του θα ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ. Όμως, αν η ψυχρολουσία συνεχιστεί, μπορούν κάλλιστα να κάτσουν σπίτι τους την ημέρα των εκλογών, στερώντας από τη ΝΔ πολύτιμα ποσοστά και ίσως την αυτοδυναμία. Γιατί, ως γνωστόν, οι κυβερνήσεις και η σύνθεση της Βουλής αναδεικνύεται επί των ψηφισάντων. Και στοίχημα για τον Μητσοτάκη είναι να… ξαναγίνει Κυριάκος, ώστε προοδευτικοι, κεντρώοι, φιλελεύθεροι, και μεταρρυθμιστές πολίτες να προσέλθουν στην κάλπη και να μην προτιμήσουν τον καναπέ τους διαπιστώνοντας πως «όλοι ίδιοι λαϊκιστές είναι».