Ανησυχία προκαλούν οι πρόσφατες διαρροές του Μεγάρου Μαξίμου, σύμφωνα με τις οποίες ο πρωθυπουργός έχει αποφασίσει την διπλή αναβολή του ανασχηματισμού, μία έως ότου ολοκληρωθεί το Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ και άλλη μία έως ότου… τελειώσει η δεύτερη αξιολόγηση του Μνημονίου. Η ανησυχία εδράζεται στο γεγονός ότι η ανάγκη ενός άμεσου και σαρωτικού ανασχηματισμού προβάλλει για την κυβέρνηση με εντονότερο τρόπο παρά ποτέ, καθώς αυτός δε θα δώσει μόνο μία «πνοή» στην πανταχόθεν βαλλόμενη κυβερνητική παράταξη, αλλά ταυτόχρονα θα θέσει ξανά εντός τροχιάς την εφαρμογή του προγράμματος, της δημοσιονομικής εξυγίανσης και των μεταρρυθμίσεων…
Γιατί στην παρούσα συγκυρία, μπορεί οι αριθμοί από την εκτέλεση του προϋπολογισμού να δίνουν μία τεχνητή θετική εικόνα για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, ωστόσο η πραγματική οικονομία και οι καθυστερήσεις στην εφαρμογή των συμφωνηθέντων ωθούν εκ νέου τη χώρα στον εκτροχιασμό και την απειλή της ασύντακτης χρεοκοπίας.
Βεβαίως, εκ πρώτης όψεως, οι λόγοι που επικαλούνται κυβερνητικές πηγές και συνομιλητές του Αλέξη Τσίπρα για την διπλή αναβολή του ανασχηματισμού φαντάζουν λογικοί. Για παράδειγμα, ένα συνέδριο πάντα φέρνει νέους εσωκομματικούς συσχετισμούς και είναι λογικό ο πρωθυπουργός να περιμένει να δει ποιες δυνάμεις θα διαμορφωθούν στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ το τετραήμερο 13-16 Οκτωβρίου -δηλαδή την ερχόμενη εβδομάδα, πριν πάρει αποφάσεις για τον ανασχηματισμό.
Λογική έχει και ο δεύτερος λόγος: λένε, όσοι υποστηρίζουν ότι ο ανασχηματισμός πρέπει να ακολουθήσει την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, ότι δεν μπορεί στη μέση των διαπραγματεύσεων να αλλάξουν βασικοί υπουργοί που θα χρειαστούν χρόνο έως ότου μάθουν καλά τις αρμοδιότητές τους, αλλά και τις «κόκκινες γραμμές» των δανειστών στις συζητήσεις στο Χίλτον.
Απόλυτος παραλογισμός!
Κι όμως, ενώ τα παραπάνω φαίνονται λογικά, είναι… εντελώς παράλογα. Και το ένα εκ των δύο είναι, επιπλέον, και ανησυχητικό. Αν, δηλαδή, ο πρωθυπουργός ζυγίσει τις αποφάσεις του για τον ανασχηματισμό βάσει εσωκομματικών κριτηρίων, τότε… ζήτω που καήκαμε! Αν, δηλαδή, ο Αλέξης Τσίπρας θελήσει να ανταμείψει με υπουργικές θέσεις πρόσωπα που θα αναδειχθούν δυνατά στο Συνέδριο, τότε θα κάνει μία… τρύπα στο νερό, καθώς αντί να διαλέξει τους κατάλληλους που θα μπορούν να διαχειριστούν τις «καυτές πατάτες» του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, θα αξιοποιήσει παντελώς ακατάλληλα στελέχη με μόνο «διαβατήριο» τις επιδόσεις τους στον κομματικό σωλήνα.
Όσον αφορά στην επείγουσα ανάγκη να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση, η εμπειρία έως τώρα έχει δείξει ότι όποτε διεξάγουν τις διαπραγματεύσεις ακατάλληλοι ή και απρόθυμοι για μεταρρυθμίσεις υπουργοί, τότε ο πολύτιμος χρόνος περνά και η οικονομία παραμένει καθηλωμένη. Αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι η περασμένη αξιολόγηση ξεκίνησε το φθινόπωρο του 2015 και ολοκληρώθηκε… τον Ιούνιο του 2016, ενώ τα τελευταία «προαπαιτούμενά» της ψηφίζονται από την Βουλή αυτή την εβδομάδα! Μ’ άλλα λόγια, οι απρόθυμοι για μεταρρυθμίσεις υπουργοί τίναξαν τις συζητήσεις εντελώς στον αέρα, αφού το χρονοδιάγραμμα των δύο μηνών «ξεχείλωσε» και έγινε… ένα ολόκληρο έτος!
Δυσφορία δανειστών
Συν τοις άλλοις, πλέον η απροθυμία των υπουργών και η αλλεργία τους προς τις μεταρρυθμίσεις έχουν βγει εκτός συνόρων. Μόνο την περασμένη εβδομάδα, δύο στελέχη της Ευρώπης που έχουν πλήρη γνώση των διαπραγματεύσεων με την Ελλάδα, άφησαν σαφή υπονοούμενα αλλά και αιχμές σε βάρος πολλών υπουργών για καθυστερήσεις, ολιγωρία, αλλά και διάθεση… να «ξηλώσουν» τα υπεσχημένα και τις δεσμεύσεις. «Μόνο ο υπουργός Οικονομικών και ο πρωθυπουργός στηρίζουν το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων», απεφάνθη την περασμένη εβδομάδα, μιλώντας στο πρακτορείο Bloomberg ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρένγκλινγκ, ενώ μία ημέρα νωρίτερα, ο επίτροπος Νομισματικών και Οικονομικών Υποθέσεων, Πιερ Μοσκοβισί, σε εκδήλωση στην Ευρωβουλή άφηνε αιχμές για υπουργούς που καθυστερούν διαρκώς, ενώ υπογράμμιζε την ανάγκη να μην χαθεί «άλλος πολύτιμος χρόνος».
Με δεδομένο, μάλιστα, ότι ο Γάλλος Πιερ Μοσκοβισί είναι από τους πλέον υποστηρικτικούς προς την Ελλάδα, η απόφασή του να «δείξει» συγκεκριμένους υπουργούς καταδεικνύει την δυσφορία που επικρατεί στους κόλπους των δανειστών. Δυσφορία που, με μία σταγόνα, μπορεί να ξεχειλίσει το ποτήρι και να χαθεί η εμπιστοσύνη που με κόπο και θυσίες όλων μας έχει αρχίσει να χτίζεται στοιχειωδώς τον τελευταίο έναν χρόνο.
Υπουργοί κάτω από τη βάση
Άλλωστε, ακόμη κι αν δεν έπρεπε η κυβέρνηση να «τρέξει» κάποιο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής με σαφείς και επείγουσες δεσμεύσεις για μεταρρυθμίσεις και αλλαγές, η ανάγκη για αλλαγή της σύνθεσης του κυβερνητικού σχήματος θα παρέμενε επείγουσα. Πολλοί υπουργοί έχουν βαθμολογηθεί κάτω από τη βάση σε θέματα που αφορούν στην οικονομία, σε μία συγκυρία που… θα πρέπει όλοι να «πετάνε». Για παράδειγμα, παρά τις σοβαρές απόψεις και την έγκυρη παρουσία του, ο υπουργός Οικονομίας Γιώργος Σταθάκης έχει ελάχιστες περγαμηνές να παρουσιάσει έπειτα από 1,5 χρόνο στη θέση του υπουργού Οικονομίας. Παράλληλα, το «μπάχαλο» στα δημόσια έργα, αλλά και στον τομέα των Συγκοινωνιών και Μεταφορών (οικονομική κατάρρευση ΟΑΣΘ, τεράστιες ελλείψεις και ελλείμματα στις εταιρείες Μέσων Μαζικής Μεταφοράς) το χρεώνεται ολόκληρο ο υπουργός Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Χρήστος Σπίρτζης. Εξαιρετικά επιζήμια για τις διαπραγματεύσεις και την πρόοδο του προγράμματος έχει αποδειχθεί η στάση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Πάνου Σκουρλέτη, ο οποίος μόλις προχθές ολοκλήρωσε τα εκκρεμή προαπαιτούμενα, που απειλούσαν να τινάξουν την αξιολόγηση στον αέρα και καθυστέρησαν τα 2,8 δισεκατομμύρια ευρώ που θα κατευθυνθούν στην χειμαζόμενη πραγματική οικονομία. Συν τοις άλλοις, η τριάδα με τον Πάνο Σκουρλέτη, τον Θοδωρή Δρίτσα και τον Χρήστο Σπίρτζη «πυροβολεί» σε κάθε ευκαιρία τον επικεφαλής του ΤΑΙΠΕΔ, Στέργιο Πιτσιόρλα και αντιτίθεται σε κάθε ιδιωτικοποίηση, στέλνοντας ανησυχητικά μηνύματα στις διεθνείς αγορές και αποτρέποντας επίδοξους επενδυτές.
Αν σε όλα αυτά προστεθούν οι ανεπάρκειες και τα αχρείαστα κοινωνικά μέτωπα που ανοίγουν έτεροι υπουργοί, όπως ο υπουργός Παιδείας, Νίκος Φίλης, ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς και ο υπουργός Πολιτισμού Αριστείδης Μπαλτάς, καθίσταται σαφές ότι ο ανασχηματισμός είναι επείγουσα ανάγκη, πρέπει να γίνει γρήγορα και να είναι σαρωτικός και δομικός, με ένα μόνο κριτήριο: κατάλληλα πρόσωπα, με «βαριά» βιογραφικά και πρότερη εμπειρία, χωρίς αριστερές ιδεοληψίες, για να μπορέσουν να φέρουν σε πέρας τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η χώρα.