ΠΟΛΙΤΙΚΗ / ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ / ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ / ΥΓΕΙΑ / ΕΠΙΣΤΗΜΗ

ÂÏÕËÇ - ÓÕÆÇÔÇÓÇ ÅÐÊÁÉÑÙÍ ÅÑÙÔÇÓÅÙÍ(EUROKINISSI/ÃÉÙÑÃÏÓ ÊÏÍÔÁÑÉÍÇÓ)

Γιατί δεν έχει νόημα η συναίνεση με τον ΣΥΡΙΖΑ

σε Ελλάδα/Πολιτική

Ποιος θα ήθελε να συνεργαστεί ή να συναινέσει στην πολιτική μίας αποτυχημένης κυβέρνησης που διαρκώς καταγράφει ήττες και διαψεύσεις; Η απάντηση είναι προφανής για όσους διαθέτουν κοινή λογική, ωστόσο τα πράγματα είναι διαφορετικά για ένα κομμάτι της Νέας Δημοκρατίας, που έχει άλλου τύπου σκοπιμότητες και πολιτικούς υπολογισμούς. Κι όμως, μια απλή ματιά στα τωρινά δεδομένα, αλλά και στην πρόσφατη πολιτική ιστορία, μπορεί να αποστομώσει όσους «γαλάζιους» υπονομεύουν την ηγεσία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ζητώντας «εθνική συναίνεση» επί… καταστροφικών πολιτικών.
Αν και η εβδομάδα που πέρασε χαρακτηρίστηκε από την έντονη κριτική και τον πολιτικό «πόλεμο» που κήρυξε η Νέα Δημοκρατία στην κυβέρνηση για τον εκλογικό νόμο και την συνταγματική αναθεώρηση, εντούτοις στο εσωτερικό του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης ακόμη συζητείται η παρέμβαση του Βαγγέλη Μεϊμαράκη.

Διαφοροποιήσεις εφ’ όλης της ύλης
Ο λόγος για τον πρώην πρόεδρο της ΝΔ ο οποίος, σε μία κρίσιμη στιγμή για την Νέα Δημοκρατία, που προσπαθούσε να «στριμώξει» την κυβέρνηση στο πολιτικό καναβάτσο, επέλεξε να δώσει μία ραδιοφωνική συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης για να διαφοροποιηθεί… επίσης εφ’ όλης της ύλης σε σχέση με την τακτική, την στρατηγική, αλλά και τις αποφάσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ο πρώην πρόεδρος της ΝΔ και μεγάλος ηττημένος των εκλογών του περασμένου Σεπτεμβρίου επέλεξε να στηλιτεύσει τις επιλογές προσώπων του αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας. «Όσοι κραυγάζουν δεν έχουν θέση στην ηγετική ομάδα», επισήμανε, «φωτογραφίζοντας» εμφανώς τον Άδωνι Γεωργιάδη, ενώ διαφώνησε και με το σύνθημα «φύγετε», αλλά και με το αίτημα να διεξαχθούν πρόωρες εκλογές, που διατυπώνει καθημερινά και με ένταση ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Μάλιστα, ο κ. Μεϊμαράκης φρόντισε να επαναλάβει ότι μένει σταθερός σε όσα έλεγε όταν ήταν πρόεδρος του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης: ότι, δηλαδή, απαιτείται «εθνική συναίνεση για να βγει η χώρα από την κρίση». Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, εξάλλου, έθεσε την συναίνεση ως προϋπόθεση για να ξεπεράσει η χώρα την κρίση, εκφράζοντας την μερίδα των «καραμανλικών» αλλά και ορισμένων βουλευτών που ανήκουν στον χώρο της λεγόμενης «Λαϊκής Δεξιάς».

Σε δεύτερο ρόλο
Βεβαίως, μία ματιά στο παρελθόν μπορεί να δείξει πόσο αποτυχημένη είναι η στρατηγική εισήγηση του Βαγγέλη Μεϊμαράκη. Μια εισήγηση που θέλει την Νέα Δημοκρατία να βρίσκεται σε δεύτερο ρόλο στο πολιτικό σκηνικό και να κάνει ό,τι κάνουν οι Ανεξάρτητοι Έλληνες -έστω και χωρίς να μετέχουν σε «γαλάζιοι» στην διοίκηση της κυβέρνησης και των υπουργείων. Μια εισήγηση που μετατρέπει την Νέα Δημοκρατία, το μόνο κόμμα που άντεξε τα Μνημόνια και το πολιτικό κόστος των μεταρρυθμίσεων, σε κόμμα-τσόντα του πολιτικού σκηνικού, σε ένα «γαλάζιο» δεκανίκι που βοηθά τους ΣΥΡΙΖΑίους να ικανοποιήσουν την εξουσιομανία τους.
Όπως, άλλωστε, αναφέρθηκε και προηγουμένως, πριν μιλήσει για το μέλλον θα ήταν καλό αν ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης έβλεπε το παρελθόν. Ως μεταβατικός πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας ανέλαβε καθήκοντα αμέσως μετά το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου του 2015 και από την πρώτη στιγμή άλλαξε την γραμμή του κόμματος. Ενώ, δηλαδή, ο πρώην πρωθυπουργός και προκάτοχός του στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, Αντώνης Σαμαράς, κρατούσε σκληρή στάση και προειδοποιούσε για τα χειρότερα που έρχονταν, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης άρχισε, καθ’ υπόδειξιν του φίλου του Αλέξη Τσίπρα, Κώστα Καραμανλή, να… φλερτάρει με την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ. Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρχει μία κυβέρνηση που δεν αισθανόταν καμία πίεση, η οποία έφτασε στα ολέθρια λάθη που οδήγησαν στο τρίτο Μνημόνιο, και στην αχρείαστη ως τότε ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.
Ταυτόχρονα, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης κατάφερε, μέσα σε έναν μήνα, να δείξει ότι η Νέα Δημοκρατία είναι «του χεριού» του Μεγάρου Μαξίμου. Στη σύσκεψη αρχηγών που έγινε, ο Αλέξης Τσίπρας είχε ζητήσει την υπερψήφιση του Μνημονίου απ’ όλους γιατί δεν άντεχε η κυβέρνησή του και ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας συμφώνησε. Το αποτέλεσμα ήταν να μοιραστεί η Νέα Δημοκρατία το πολιτικό κόστος ενός τρίτου Μνημονίου που ήταν αχρείαστο και που επιβλήθηκε ως ύστατη λύση για να παραμείνει η χώρα στο ευρώ εξαιτίας της καταστροφικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ από τον περασμένο Ιανουάριο.
Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης τότε αισθανόταν ήσυχος πως η πολιτική φθορά του ΣΥΡΙΖΑ από την εφαρμογή του Μνημονίου θα έφερνε γρήγορα τον ίδιο και το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας σε τροχιά εξουσίας. Όμως, ενώ ο «φίλος» του, Αλέξης Τσίπρας, τον είχε διαβεβαιώσει ότι δεν σκέφτεται κάλπες, τον… «πούλησε». Λίγο πριν τελειώσει ο περυσινός Αύγουστος προκηρύχθηκαν εκλογές, η Βουλή διαλύθηκε και στην εκλογική αναμέτρηση που ακολούθησε, η Νέα Δημοκρατία συνετρίβη. Ξανά. Μάλιστα, σε αυτή την αναμέτρηση προφανώς και δοκιμάστηκε η συναινετική πολιτική που ακολουθούσε ως τότε ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης και, μάλιστα, αποδοκιμάστηκε από τους πολίτες. Είναι χαρακτηριστικό πως η Νέα Δημοκρατία δεν κατάφερε να πάρει ούτε… 0,1% παραπάνω, αν και είχε απέναντί της ένα κόμμα και έναν πρωθυπουργό που είχε μόλις φέρει το σκληρότερο Μνημόνιο που γνώρισε ποτέ ο τόπος.

Αταίριαστο μέλλον
Μ’ άλλα λόγια, η πολιτική συναίνεσης που εισηγείται ακόμη τώρα ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης έχει μετρηθεί, έχει ζυγισθεί και έχει βρεθεί ελλιποβαρής. Συν τοις άλλοις, κάθε μέρα που περνά αποδεικνύει ότι η Νέα Δημοκρατία, ως μεγάλο ευρωπαϊκό φιλελεύθερο κόμμα, δεν μπορεί να συνυπάρξει στις ίδιες καρέκλες και στις ίδιες πολιτικές αποφάσεις με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η κυβέρνηση αποτελείται από ένα συνονθύλευμα κρατιστών, με παλαιοκομμουνιστικές ιδεοληψίες, που «στραγγίζουν» την ανάπτυξη και κάθε προοπτική της. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να κρατήσει ανέγγιχτες συντάξεις συνταξιούχων της ΔΕΗ, που λαμβάνουν 2.500 ευρώ στα 53 τους και, αντ’ αυτών, συντρίβει τη μεσαία τάξη και τους ελεύθερους επαγγελματίες, καθιστώντας τους συνέταιρους του κράτους. Ακόμη και τα όσα γίνονται στο υπουργείο Παιδείας είναι ενδεικτικά των ιδεοληψιών που δεν αφήνουν κανένα περιθώριο συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ με την Νέα Δημοκρατία ή, έστω της παροχής συναίνεσης και στήριξης προς την κυβέρνηση εκ μέρους της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ένα παράδειγμα είναι το εξής: Από τον Σεπτέμβριο, το υπουργείο Παιδείας δε θα επιτρέπει στα ιδιωτικά σχολεία της χώρας να… διευκολύνουν τους γονείς με διευρυμένα ωράρια και προγράμματα αγγλικών, γυμναστικής ή ενισχυτικής διδασκαλίας, ακόμη και στις περιπτώσεις που (πολλά) ιδιωτικά προσφέρουν αυτή την υπηρεσία δωρεάν! Άραγε, ποιος «γαλάζιος» μπορεί να συνυπάρξει με έναν υπουργό που παίρνει τέτοιες αποφάσεις;
Τέλος, υπάρχει άλλο ένα σοβαρότερο επιχείρημα για το οποίο «απαγορεύεται» να δώσει η Νέα Δημοκρατία συναίνεση στον ΣΥΡΙΖΑ: αν γίνει αυτό, τότε ως ουσιαστική αξιωματική αντιπολίτευση θα εμφανίζεται η νεοναζιστική Χρυσή Αυγή και αυτό δεν συμφέρει κανέναν -πρωτίστως την ίδια την Δημοκρατία στη χώρα που τη γέννησε.

Αφήστε μια απάντηση

Your email address will not be published.

*

Πρόσφατα από Ελλάδα

Go to Top