1vl48d.So.91

Μήπως είναι οι Έλληνες πολιτικοί που δεν θέλουν την Ελλάδα ανταγωνιστική;

σε Ελλάδα/Πολιτική

Εδώ και μήνες δίνεται μία υπερατλαντική μάχη για την τύχη της Αθήνας. Από τη μία πλευρά υπάρχει το ΔΝΤ με επικεφαλής την Κριστίν Λαγκάρντ. Από την άλλη, ο πρόεδρος του Eurogrοup, με τον Γερούν Ντάισελμπλουμ. Στη μέση, που παρατηρούν, η Ελλάδα και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας…
Τις αποτυχίες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, τις υποσχέσεις που δόθηκαν αλλά δεν εκπληρώθηκαν, τις ομοιότητες του Αλέξη Τσίπρα με τον προκάτοχό του, Αντώνη Σαμαρά, τον κίνδυνο για χρεοκοπία, την πιθανότητα νέων εκλογών, τα επαναλαμβανόμενα λάθη, αλλά και το συμπέρασμα ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός μπορεί να θεωρηθεί «μεγάλη μπλόφα», αναλύουν οι Ιταλοί δημοσιογράφοι Φαμπρίτζιο Γκορία και Μάρτα Οταβιάνι σε δημοσίευμά τους στο ιταλικό πολιτικό ηλεκτρονικό περιοδικό Eastonline
Το κείμενο ξεκινά με τις υποσχέσεις που δεν εκπληρώθηκαν, τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που δεν είναι επαρκείς και τον δογματισμό των ευρωπαϊκών θεσμών, επισημαίνοντας πως όλα τα παραπάνω αποτελούν ένα βιβλίο που έχει ξαναγραφεί με ένα προβλέψιμο τέλος: «Μία χώρα κατεστραμμένη και ανίκανη να ξανασηκωθεί. Αυτή ήταν η Ελλάδα του 2010, αυτή είναι η Ελλάδα του σήμερα».
Όπως αναφέρει το δημοσιογραφικό δίδυμο, εδώ και μήνες δίνεται μία υπερατλαντική μάχη για την τύχη της Αθήνας. Από τη μία πλευρά υπάρχει το ΔΝΤ με επικεφαλής την Κριστίν Λαγκάρντ. Από την άλλη, ο πρόεδρος του Eurogrοup, με τον Γερούν Ντάισελμπλουμ. Στη μέση, που παρατηρούν, η Ελλάδα και ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας.
«Στην τελευταία συνεδρίαση του Eurogroup, προέκυψε αυτό που ήταν γνωστό εδώ και καιρό στην Ουάσιγκτον. Υπάρχει ένα κενό που πρέπει να καλυφθεί. Ένα ακόμα. Ήδη κατά τη διάρκεια των συναντήσεων του ΔΝΤ την Άνοιξη είχε συζητηθεί η επικείμενη αναθεώρηση του προγράμματος μεταρρυθμίσεων που είχε υποσχεθεί η Αθήνα», γράφει το κείμενο.
Σε δηλώσεις του στο East, ένας αξιωματούχος του ΔΝΤ δεν κρύβει την απογοήτευσή του, λέγοντας πως «το πιθανό δημοσιονομικό κενό στην εφαρμογή του προγράμματος, σε συνολική βάση, είναι γύρω στα 8 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τις προβλέψεις μας». Που σημαίνει ότι η Αθήνα δεν έχει ακόμα καταφέρει να εφαρμόσει διαρθρωτικά μέτρα -τα οποία είχε υποσχεθεί το περασμένο έτος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έπειτα από ένα εξαντλητικό και δραματικό καλοκαίρι- για περίπου 8 δισ. ευρώ.
Η κατάσταση δεν είναι ρόδινη, αλλά θα μπορούσε να επιδεινωθεί, τονίζει το κείμενο επικαλούμενο δηλώσεις ενός δεύτερου αξιωματούχου από την Ουάσιγκτον, ο οποίος υποστηρίζει πως «η γραμμή του ΔΝΤ είναι πάντα η ίδια: Η Ελλάδα μέχρι σήμερα δεν έχει αειφόρο οικονομία, ούτε ένα βιώσιμο χρέος. Πρέπει, λοιπόν, να υπολογιστεί μία ελάφρυνση του χρέους».
Πρόκειται -όπως εξηγεί το δημοσίευμα- για μία οπτική που έχει επιβεβαιώσει πολλές φορές η Λαγκάρντ, ακόμα και στο περιθώριο των Spring Meetings του ΔΝΤ στα μέσα του Απριλίου.
Και όμως, σε αυτό το σημείο η Ευρώπη δε θέλει να συζητήσει. Ή καλύτερα, όχι πριν την εφαρμογή μέρους του τρέχοντος προγράμματος στήριξης, συνεχίζει το κείμενο, υπενθυμίζοντας τις δηλώσεις Ντάισελμπλουμ, σύμφωνα με τις οποίες η συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους μπορεί να ξεκινήσει από το 2018, αλλά σε κάθε περίπτωση μετά την ολοκλήρωση των δύο μεταρρυθμίσεων που ακόμα δεν έχουν γίνει, ο νέος τραπεζικός νόμος και ένα ταμείο ιδιωτικοποιήσεων. Η ίδια συζήτηση γίνεται για την εκταμίευση της επόμενης δόσης βοήθειας, 5,4 δισ. ευρώ, που εξαρτώνται από τις δύο αυτές μεταρρυθμίσεις.
Από την άλλη, το East αναφέρει πως πολλοί είναι οι οικονομικοί αναλυτές της Ευρωζώνης που επιρρίπτουν ευθύνες στη Γερμανία.
Βέβαια, ο ίδιος αξιωματούχος που παραχώρησε δηλώσεις, επισημαίνει ότι το πρόβλημα δεν είναι της Γερμανίας, αλλά ολόκληρου του Eurogroup, το οποίο «δεν κατανοεί πλήρως ότι η Ελλάδα συνεχίζει να μην είναι βιώσιμη».
Εντούτοις, όπως γράφει το δημοσίευμα, στις Βρυξέλλες τα βλέπουν διαφορετικά τα πράγματα.
Όπως εξηγεί στο περιοδικό μέλος της ομάδας του Euroworking group «η φωνή των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης είναι ξεκάθαρη και ήδη εργαζόμαστε για ένα πιθανό άνοιγμα στις προτάσεις του ΔΝΤ ακόμα και σχετικά με την ελάφρυνση του χρέους της Ελλάδας».
Βέβαια, σύμφωνα με τους συντάκτες του κειμένου, που βλέπουν μία πιθανή διάσταση απόψεων, όλα εξαρτώνται από την πολιτική διάθεση της Αθήνας.
«Κανείς δεν επιθυμεί ένα ρήγμα με τη σχέση με το ΔΝΤ, αλλά την ίδια ώρα δεν επιθυμεί το πρόγραμμα στήριξης να μην ολοκληρωθεί όπως αναμένεται», προσθέτει ο Ευρωπαίος.
«Με λίγα λόγια, για μία ακόμα φορά, όλα εξαρτώνται από την Αθήνα. Και αυτό δεν είναι θετικό, ούτε βραχυπρόθεσμα, ούτε μακροπρόθεσμα. Ο Τσίπρας ρισκάρει δύο πράγματα, κυρίως. Το πρώτο είναι να επανέλθει ο κίνδυνος χρεοκοπίας με τη συμφωνία με τους διεθνείς πιστωτές να μην ευοδωθεί. Το δεύτερο, που είναι πιο πιθανό, είναι να δημιουργηθεί γύρω του μία σαιξπηρική αύρα του “πολύς θόρυβος για το τίποτα” με ολοένα περισσότερους ψηφοφόρους στην Ελλάδα να ξεκινήσουν να διερωτώνται ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στην κυβέρνησή του και στην προηγούμενη, της εθνικής σωτηρίας, με ηγέτη τον Αντώνη Σαμαρά», συνεχίζει το κείμενο.
Την ίδια στιγμή, οι συντάκτες εξηγούν πως μετά την αποχώρηση του Γιάνη Βαρουφάκη, «τη βρώμικη δουλειά κάνει ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, που κατάλαβε περισσότερο από όλους ένα πράγμα: Τα όρια της διαπραγμάτευσης είναι λιγοστά και η έξοδος από το ευρώ θα σήμαινε την καταστροφή της χώρας. Έχει συμφιλιωθεί με αυτή την ιδέα και ο ίδιος ο Τσίπρας.
Εκείνος που ήθελε να ορίσει μία διαφορετική πορεία, όχι μόνο εφαρμόζει πολιτικές προς την Ευρώπη πολύ κοντινές με εκείνες του προκατόχου του, Σαμαρά, αλλά πρέπει να υποστεί και την ειρωνεία του νεοεκλεγέντος προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, Κυριάκο Μητσοτάκη. Και θα μπορούσε να γίνουν χειρότερα τα πράγματα, καθώς σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές ο Τσίπρας τον Ιούνιο θα ξεκινήσει το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, έπειτα από το οποίο θα ακολουθήσει ανασχηματισμός της κυβέρνησης».
Από την άλλη, το κείμενο αναφέρεται στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος «τρίβει τα χέρια του στην ιδέα των νέων εκλογών, οι οποίες όταν θα διεξαχθούν, ο Τσίπρας θα φτάσει εξαντλημένος, αφού δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες του ελληνικού λαού και οι συντηρητικοί είναι έτοιμοι να εξαργυρώσουν το αποτέλεσμα των αντιδημοφιλών μέτρων του χειρότερου εχθρού τους».
Βέβαια, όλα τα παραπάνω, θα σημάνουν μία ακόμα καθυστέρηση στην εφαρμογή του προγράμματος στήριξης και ενός επιπλέον περιορισμού του διαπραγματευτικού πλαισίου και με την ΕΕ και με το ΔΝΤ.
Όλα αυτά, ενώ ο Αλέξης Τσίπρας, σύμφωνα με το περιοδικό, κινδυνεύει να θεωρηθεί εντός και εκτός Ελλάδας «μία μεγάλη μπλόφα» έπειτα από το δημοψήφισμα και έπειτα από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, τις οποίες κέρδισε «γιατί δεν υπήρχε εναλλακτική».
Η αίσθηση της Ουάσιγκτον, των Βρυξελλών, αλλά και της Αθήνας, είναι ότι δεν έχει την πολιτική διάθεση να επαναφέρει τη χώρα στις ράγες που χάθηκαν μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004.
«Το πρόβλημα είναι ότι παρά τις προσπάθειες των διεθνών πιστωτών να κάνουν ανταγωνιστική την Ελλάδα, είναι οι ίδιοι οι Έλληνες πολιτικοί που δε θέλουν να την κάνουν ανταγωνιστική», δηλώνει στο East αξιωματούχος της Κομισιόν.
Καταλήγοντας, οι Γκορία και Οταβιάνι διερωτώνται τι θα αλλάξει αν προκηρυχθούν νέες εκλογές και απαντούν: «Η απάντηση, δυστυχώς, είναι εύκολη. Τη γνωρίζουμε εδώ και εξίμισι χρόνια».

Αφήστε μια απάντηση

Your email address will not be published.

*