Ο Νικόλαος Δημητρακόπουλος γεννήθηκε το 1864 στην Καρύταινα Γορτυνίας. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1890 ξεκίνησε να δικηγορεί στην Αθήνα.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΥΓΕΡΙΝΟ ΑΝΔΡΕΟΥ, ΔΙΚΗΓΟΡΟ, ΛΟΓΟΤΕΧΝΗ, ΠΟΙΗΤΗ
Εντυπωσίασε με την εγκύκλια μόρφωσή του, τη νομική του κατάρτιση, την ευρυμάθειά του, αλλά προεχόντως με τη ρητορική του δεινότητα και απέκτησε μεγάλη αίγλη πολύ γρήγορα. Έλαβε μέρος στον ατυχή πόλεμο του 1897 και άτρομος και άφοβος στάθηκε κατέναντι της βασιλείας, στηλιτεύων τον Διάδοχο Κων/νο. Τα «Πολιτικά Απομνημονεύματά» του δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα «Καιροί». Στο φύλλο της 18ης Δεκεμβρίου 1897 στρέφεται ευθέως κατά του Κων/νου:
«Αίσχη, αίσχη ακατονόμαστα! Τα διηγούνται όλοι οι εκ Λαρίσης ελθόντες. Πόλεμος εγένετο εις τα σύνορα και εκρίνετο η τύχη του Ελληνισμού, το δε Επιτελείον του Διαδόχου είχεν εκστρατεύσει κατά των νοσοκόμων, αίτινες κατήλθον εις την χώραν ημών προς εξυπηρέτησιν του Ελληνικού αγώνος. Ούτε της πατρίδος αι δοκιμασίαι, ούτε το Σωτήρος τα πάθη κατίσχυσαν να συγκρατήσουν αυτούς και την Μεγάλην Παρασκευήν τα όργια δεν διεκόπησαν, αλλ’ εθάλποντο υπό της αδιαφορίας ή της ανοχής του Διαδόχου, όστις δεν έκρινεν άξιον το κόπου να επισκεφθή τους τραυματίας εν τω νοσοκομείω και να εμφυσήση αυτοίς πνεύμα υπομονής και εγκαρτερήσεως»… «Στρατηγός εις ηδονάς έκδοτος ή ακρατής, ή εν τη διαίτη πολυτελής και τρυφηλός, στρατηγός ζων εν ευμαρεία, αποτελεί άρνησιν πάσης στρατιωτικής υποστάσεως και ουδεμίαν δύναται να έχη θέσιν εν τη συνειδήσει του στρατεύματος»…
Στο επαναστατικό κίνημα του 1909 του προτάθηκε υπουργικό αξίωμα, το οποίο όμως αρνήθηκε, γατί δεν είχε εκλεγεί βουλευτής στις εκλογές του 1906 (πιστός στη δημοκρατία). Ιδρύει κόμμα και στις εκλογές της 8ης Αυγούστου 1910 κερδίζει 21 έδρες, εκλέγεται και ο ίδιος βουλευτής Αρκαδίας. Συνεργάζεται με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και αναλαμβάνει το Υπουργείο Δικαιοσύνης στις 6 Οκτωβρίου 1910, για μόλις 12 ημέρες είχε και την ευθύνη του Υπουργείου Εξωτερικών. Στους 19 μόλις μήνες που έμεινε στο Υπουργείο της Δικαιοσύνης κυκλοφόρησε αυστηρή εγκύκλιο προς όλες τις δικαστικές αρχές ενημερώνοντας για την επικείμενη μεταβολή και ανόρθωση. Αφού αναλύει τη σαθρότητα της τότε κατάστασης, καταλήγει: «…Ενώ εκατέρωθεν έξεις πολιτικαί, καθ’ ων εξηγέρθη η κοινή συνείδησις, παρέλυσαν όλως την υπό του κέντρου εποπτείαν και την εκ ταύτης εγγύησιν περί την διαχείρισιν της δικαιοσύνης. Ούτως ολόκληρον το σύστημα της επιτηρήσεως, του ελέγχου και των επιθεωρήσεων των προϊσταμένων αρχών και της πειθαρχικής εξουσίας η ενάσκησις δι’ ων ο νομοθέτης εφρούρησε της δικαιοσύνης την διαχείρησιν, περιέπεσαν εις πλήρη σχεδόν αχρησίαν»…
Ο ακούραστος, άκαμπτος και ανυποχώρητος εκείνος σοφός νομομαθής παρασκεύασε το σχέδιο των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος που υλοποιήθηκαν το 1911 και έθεσαν τις βάσεις του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Έδωσε μάχη ο Δημητρακόπουλος τότε απέναντι στο επαναστατικό ρεύμα, που ήθελε την κατάργηση της ισοβιότητας των δικαστών. Έλαβε σοβαρά μέτρα για τις αποδοχές των δικαστών, αλλά και για την κάθαρση της δικαιοσύνης. Το 1911 διώχθηκαν 1 Αρεοπαγίτης, 1 Πρόεδρος και 1 Εισαγγελέας Εφετών, 16 Εφέτες, 12 Πρόεδροι Πρωτοδικών, 12 Εισαγγελείς Πρωτοδικών, 20 Πρωτοδίκες, 8 γραμματείς Πρωτοδικών, 101 Ειρηνοδίκες, 12 Πταισματοδίκες, 60 γραμματείς Ειρηνοδικείου και 10 Πταισματοδικείου, 44 δημόσιοι κατήγοροι, 176 δικαστικοί κλητήρες, 129 συμβολαιογράφοι και 3 δικηγόροι. Εξασφαλίστηκε η ισοβιότητα των δικαστών και η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης. Στόχος και σκοπός του Δημητρακόπουλου ήταν η ριζική ανακάθαρση και ανακαίνιση της νομοθεσίας. Στη Βουλή εισήχθησαν 50 σχετικά νομοσχέδια, τα περισσότερα των οποίων έγιναν νόμοι του Κράτους. Μόνον με τον Μάουερ, όσον αφορά το νομοθετικό έργο, μπορεί να συγκριθεί ο Δημητρακόπουλος. Ο νόμος «περί ζωοκλοπίας και ζωοκτονίας» ανακούφισε κυρίως τον κόσμο της υπαίθρου, ο νόμος «περί συμβατικού τόκου, τοκογλυφίας κλπ.» πάταξε τις αισχροκερδείς τοκογλυφικές συμβάσεις, ο νόμος «περί διαθηκών» υπήρξε επιτυχέστατος. Ο νόμος «περί ευθύνης οδηγών οχημάτων», πρωτοποριακός, ισχύει ακόμη και σήμερα. Νόμοι «περί εξυβρίσεως και τύπου», «περί δικηγόρων», «περί υγιεινής και ασφαλείας εργατών», «περί εργασίας γυναικών και ανηλίκων» κλπ. έδωσαν ζωηρή επανεκκίνηση στην κοινωνική και οικονομική ζωή. Τον Δημητρακόπουλο τιμούσαν φίλοι και αντίπαλοί του, γιατί υπήρξε απόλυτος, με καθαρότητα, όμως, στην βούληση και με σκέψη κρυστάλλινη. Το 1912 αποχώρησε από το «Κόμμα των Φιλελευθέρων» και ίδρυσε το «Προοδευτικό κόμμα». Στον καιρό του Διχασμού τον Σεπτέμβριο του 1916 επιλέγεται ως Πρωθυπουργός από τον βασιλιά Κων/νο, αλλά καταθέτει την εντολή σχηματισμού Κυβερνήσεως, γιατί από τις διαβουλεύσεις προέκυψε ότι ουδέν μπορούσε να προσφέρει στη χώρα στη δύσκολη εκείνη περίοδο. Τον Ιανουάριο 1917 οι Γάλλοι προσπάθησαν να επιβάλουν ως πρωθυπουργό τον Δημητρακόπουλο. Έστειλαν τον γερουσιαστή Σαλανσόν να διαχειριστεί την κατάσταση και αυτός έδωσε υποσχέσεις καταργήσεως της Κυβερνήσεως της Θεσ/κης, άρσεως του αποκλεισμού του Πειραιώς, αλλά ο βασιλιάς Κων/νος δεν συμφώνησε. Τότε ο Γάλλος πρεσβευτής και ο Σαλανσόν, είπαν στον Δημητρακόπουλο: – «Να σας επιβάλωμεν, κύριε Δημητρακόπουλε!». Ο Δημητρακόπουλος απάντησε, όμως, σ’ αυτή την πρόταση υπερήφανα: – “ Με ξένες λόγχες, εγώ δεν μπορώ να επιβληθώ στην πατρίδα μου!”. Στις εκλογές του 1920 δεν έλαβε μέρος λόγω ασθενείας. Η ασκητική ζωή του Νικολάου Δημητρακόπουλου σταμάτησε στη Βιέννη, στις 21 Δεκεμβρίου 1921, σε ηλικία 56 ετών. Η Εθνοσυνέλευση τον ετίμησε σε ειδική συνεδρίαση της 5ης Μαρτίου 1922 και οι έπαινοι υπήρξαν υψηλοί. Ο καθηγητής Καλλίας, που ταρίχευσε τη σορό του στη Βιέννη, αντικρύσας τον εγκέφαλό του, αναφώνησε: «Οποία μεγαλοφυΐα!». Ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ είχε ειπεί: «Ποτέ μου δεν συνεργάσθην με τόσον μεγάλον υπουργόν, τι θα ήταν η πατρίδα αν καθένας εις τον κύκλον του έκαμνε το καθήκον του, όπως το εννοεί ο Ν.Π. Δημητρακόπουλος», ο δε Ελευθέριος Βενιζέλος είχε ειπεί: «Είναι αναντικατάστατος. Θαύμα ζωτικότητος και διανοίας. Το δεξί μου χέρι. Είμαι απείρως ευτυχής!». Ανδριάντα ίδρυσε προς τιμή του η γενέτειρά του Καρύταινα, μία δε κεντρική οδός της Αθήνας (στο Κουκάκι) πήρε το όνομά του. Είναι μία μεγάλη αλήθεια ότι ο Νικόλαος Δημητρακόπουλος επιβεβαίωσε τη δογματική άποψη του Γκαίτε: «Η ανωτέρα ηθική και ηγετική προσωπικότης δεν δημιουργείται, γεννάται».