Την περασμένη Πέμπτη, ως γνωστόν, η Βουλή ψήφισε ένα πολυνομοσχέδιο με πολλά και επώδυνα μέτρα, τα οποία δεν περιορίζονται στον «μνημονιακό» χρόνο, αλλά εκτείνονται ως το 2021, εξ ου και ονομάστηκε «τέταρτο Μνημόνιο». Θα περίμενε κανείς να ήταν θρίλερ η ψήφιση ενός τέτοιου βαρέος πακέτου. Κι όμως, η ψηφοφορία ήταν μία τυπική διαδικασία, οι βουλευτές ψήφιζαν και με τα δύο χέρια τις 951 σελίδες που… δεν είχαν προλάβει να διαβάσουν, ενώ δεν υπήρξε καμία αγωνία και κανένα «σασπένς». Γιατί, μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να ξεκίνησε ως ο κήρυκας ενός ανένδοτου αγώνα κατά των Μνημονίων, ωστόσο ο γλυκός πειρασμός μίας βουλευτικής ή υπουργικής καρέκλας θέτει την ιδεολογία και τις αρχές σε δεύτερο ρόλο. Με αποτέλεσμα, πλέον, η έγκριση Μνημονίων να έχει μεταβληθεί σε… τυπική διαδικασία, όπως δεν ήταν ποτέ επί των «παλιών» και… «συστημικών» κομμάτων.
Από το 2010 ως και τον Αύγουστο του 2015, κάθε δύσκολη ψηφοφορία στη Βουλή είχε πολιτικές παρενέργειες. Είτε επρόκειτο για Μνημόνια, είτε για Μεσοπρόθεσμα, είτε για επιμέρους «μνημονιακές» νομοθετικές ρυθμίσεις, κάθε ψηφοφορία τελείωνε… μαύρα μεσάνυχτα, η κοινωνία παρακολουθούσε κολλημένη στις τηλεοράσεις της, ενώ το αποτέλεσμα της κάλπης παρήγε πολιτικά αποτελέσματα: από τέτοιες ψηφοφορίες προέκυψε ο πρώτος «στρατός» των «αντιμνημονιακών» του ΠΑΣΟΚ, που στη συνέχεια «μετακόμισαν» στον ΣΥΡΙΖΑ έχοντας δει από νωρίς πού και πώς θα συνεχίσουν την πολιτική και βουλευτική τους καριέρα. Από τέτοιες ψηφοφορίες προέκυψε η διάσπαση της ΝΔ και η δημιουργία των Ανεξάρτητων Ελλήνων, οι οποίοι δεν ήθελαν, ως βουλευτές της ΝΔ, να «λερώσουν» τα χέρια τους με το αίμα των Μνημονίων για να φτάσουν στο σημείο να… τα ψηφίζουν και με τα δύο χέρια! Από τέτοιες ψηφοφορίες προέκυψε άλλη μία διάσπαση στη ΝΔ, όταν διεγράφη η Ντόρα Μπακογιάννη δημιουργώντας σοβαρό ρήγμα στην συντηρητική παράταξη για να δημιουργήσει αργότερα την Δημοκρατική Συμμαχία. Επίσης, από τέτοιες ψηφοφορίες, προέκυψαν οι «λαφαζανικοί» και οδηγήθηκε η χώρα σε εκλογές, όταν η πρώτη κυβέρνηση Τσίπρα έχασε την δεδηλωμένη εμπιστοσύνη της Βουλής από τους περισσότερους από 40 βουλευτές που ανήκαν στην «Αριστερή Πλατφόρμα» του Παναγιώτη Λαφαζάνη.
Κάθε ψηφοφορία ήταν θρίλερ, βουλευτές… αναζητούντο στις τουαλέτες, άλλοι απειλούσαν και εκβίαζαν τους αρχηγούς τους ως την τελευταία στιγμή. Παραιτήσεις, παρασκήνιο, διαπραγματεύσεις, αλλαγές κομμάτων ήταν τα στοιχεία που συνέθεταν ένα ταραγμένο πολιτικό σκηνικό, που οδηγούσε σε εξελίξεις και διαμόρφωνε την τρικυμιώδη ιστορία της χώρας.
Πρώτα η καρέκλα
Όμως, μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, όταν κέρδισε ο εναπομείνας «μνημονιακός» ΣΥΡΙΖΑ, όλα αυτά πήγαν περίπατο. Μαζί, βεβαίως, και με τις ιδεολογίες και τις αρχές των πολιτικών πρωταγωνιστών της κυβέρνησης και του κυβερνώντος κόμματος, οι οποίοι από τότε που πήραν βαθιά ανάσα και αποφάσισαν να συμβιβαστούν και να πάρουν «μνημονιακή» στροφή, έχουν γίνει οι… καλύτεροι διεκπεραιωτές Μνημονίων! Είναι χαρακτηριστικό πως ό,τι ψηφίζει η Βουλή, όσο σκληρό και βαρύ κι αν είναι, η ψηφοφορία είναι μία τυπική διαδικασία. Δεν υπάρχει παρασκήνιο, δεν αναζητείται κανείς βουλευτής στις τουαλέτες, όλο ψηφίζουν και με τα δύο χέρια και με χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη. Και αυτή την πλήρη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ την έχει εισπράξει απολύτως η κοινωνία. Από τα χέρια των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ πέρασαν διατάξεις που δε θα μπορούσε να σηκώσει κανένα άλλο κόμμα, παρότι το πάλαι ποτέ μικρό κόμμα της Κουμουνδούρου ήταν για πολλά χρόνια ένα άθροισμα συνιστωσών που έπασχε από πολυφωνία και δεν είχε καμία σχέση με την έννοια της κομματικής πειθαρχίας. Αυτοί οι βουλευτές, από τις συνιστώσες, που ο καθένας έλεγε το μακρύ του και το κοντό του και όλοι μαζί έπειθαν ότι… δεν μπορούν να στηρίξουν μία συγκροτημένη κυβέρνηση, τώρα έχουν σηκώσει στις πλάτες τους δυσαναλογα βάρη, σε σχέση με όσα σήκωσαν οι «μνημονιακοί» βουλευτές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Θα μπορούσε άλλο κόμμα να ψηφίσει την εκχώρηση του συνόλου της δημόσιας περιουσίας σε ένα «υπερ-Ταμείο» για… 100 χρόνια, που θα ελέγχεται από ξένους; Όχι βέβαια, καθώς η χώρα θα χαρακτηριζόταν «αποικία χρέους». Κι όμως, αυτό το αδιανόητο ψηφίστηκε πέρυσι τέτοιες μέρες χωρίς προβλήματα. Θα μπορούσε μία Κοινοβουλευτική Ομάδα να ψηφίσει μειώσεις συντάξεων που μπορούν αθροιστικά να φτάσουν το 30% χωρίς ούτε μία απώλεια; Κι όμως, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ μπόρεσαν. Θα μπορούσε ένα κόμμα να σηκώσει το βάρος της δραστικής μείωσης του αφορολόγητου, που αφαιρεί έναν μισθό ακόμη και από χαμηλοαμειβόμενους εργαζόμενους των 500 ευρώ; Κι όμως, το μπόρεσε ο ΣΥΡΙΖΑ. Και ο λόγος είναι απλός: όχι, δεν μεταλλάχθηκαν και άρχισαν να πιστεύουν στα Μνημόνια. Ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε απόφαση ότι αυτές οι μεταρρυθμίσεις και τα επώδυνα μέτρα είναι αναγκαία για να παραμείνει η χώρα στον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης. Απλώς, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ζουν το όνειρό τους: έχουν ήδη πίσω τους 2 χρόνια εξουσίας και, υπό κανονικές συνθήκες και άνευ εκπλήξεων, τους περιμένει άλλα 2 χρόνια. Μάλιστα, γνωρίζουν όλοι ότι μετά απ΄ αυτή την κυβερνητική θητεία, είτε ο ΣΥΡΙΖΑ θα γίνει ξανά ένα μικρό κόμμα αν καταβαραθρωθεί στις εκλογές, είτε οι μισοί και πλέον θα χάσουν τις καρέκλες τους επειδή θα χαθεί το μπόνους του πρώτου κόμματος, που θα πάει στην ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Κατά συνέπεια, το παρόν όνειρό τους δεν θα το ξαναβρούν πολλοί απ’ αυτούς. Και μαζί με το όνειρο δε θα ξαναβρούν τέτοιους παχυλούς μισθούς, βουλευτικά προνόμια, υπουργική εξουσία, κρατικά αυτοκίνητα και μια ζωή με πολυτέλειες. Γι’ αυτό και δε θα αφήσουν με τίποτα όλα τα προαναφερθέντα, όσα Μνημόνια κι αν χρειαστεί να περάσουν, όσες μειώσεις συντάξεων κι αν δρομολογήσουν, όσα κι αν τους ζητήσει ο Σόιμπλε και το ΔΝΤ να ψηφίσουν.