ΠΟΛΙΤΙΚΗ / ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ / ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ / ΥΓΕΙΑ / ΕΠΙΣΤΗΜΗ

ÁÈÇÍÁ - ÓÕÍÁÍÔÇÓÇ ÔÇÓ ÐÑÏÅÄÑÏÕ ÔÏÕ ÐÁÓÏÊ ÊÁÉ ÅÐÉÊÅÖÁËÇÓ ÔÇÓ ÄÇÌÏÊÑÁÔÉÊÇÓ ÓÕÌÐÁÑÁÔÁÎÇÓ Ö. ÃÅÍÍÇÌÁÔÁ ÌÅ ÔÏÍ ÐÑÏÅÄÑÏ ÔÏÕ ÊÉÄÇÓÏ Ã. ÐÁÐÁÍÄÑÅÏÕ(EUROKINISSI/ÃÉÙÑÃÏÓ ÊÏÍÔÁÑÉÍÇÓ)

Επιστροφή στην κεντροαριστερή κανονικότητα

σε Ελλάδα/Πολιτική

EΠΕΙΤΑ ΑΠΟ ΔΥΟ ΧΡΟΝΙΑ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΝΟΣΩ ΟΙ ΑΚΡΑΙΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΤΩΝ ΨΗΦΟΦΟΡΩΝ ΥΠΟΧΩΡΟΥΝ, ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΟΤΙ Ο ΣΥΡΙΖΑ, ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΔΕ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΗΓΗΘΕΙ, ΑΛΛΑ ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΝΑ ΣΥΜΜΕΤΕΧΕΙ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΟΥ ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΜΕ ΟΡΟΥΣ ΟΜΑΛΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΕΝΤΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΖΩΝΗΣ

Σε τεκτονικές αλλαγές μπορεί να οδηγήσει η επιστροφή του Γιώργου Παπανδρέου στο ΠΑΣΟΚ και την Δημοκρατική Συμπαράταξη και η επανεκκίνηση της διαδικασίας ανασυγκρότησης της Κεντροαριστεράς, καθώς τα συμβαίνοντα στον χώρο του Κέντρου συμπίπτουν με το «ξεφούσκωμα» ποικίλων ψευδαισθήσεων, που είχαν οδηγήσει πολλούς ψηφοφόρους στο να πιστέψουν σε αυταπάτες, να κατευθυνθούν προς ακραίες πολιτικές επιλογές και να αλλάξουν τον πολιτικό χάρτη της χώρας. Ωστόσο, τώρα που οι απογοητεύσεις οι οποίες απορρέουν από την διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ διαδέχονται η μία την άλλη και ενόσω οι ψηφοφόροι διαπιστώνουν ότι δεν έχει νόημα η διοχέτευση της οργής τους σε ακραίες πολιτικές επιλογές, οι κοινωνικές τάσεις δείχνουν πως οι πολίτες είναι έτοιμοι να αποδεχθούν ποια κόμματα ταιριάζουν με την συνέχιση της πορείας της Ελλάδας εντός Ευρωζώνης, αλλά και ποια δεν ταιριάζουν και πρέπει να επιστρέψουν στα… παλιά τους «κιλά».
Αν και θεωρητικά η προσχώρηση του πρώην πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου στην Δημοκρατική Συμπαράταξη αποτελεί μία «εσωτερική διαδικασία» του ΠΑΣΟΚ και της Φώφης Γεννηματά που προσπαθεί να επουλώσει τα τραύματα μίας επώδυνης για το πάλαι ποτέ κραταιό Κίνημα διάσπασης, η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Στην Χαριλάου Τρικούπη αλλά και στο πλαίσιο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης λαμβάνουν μηνύματα άκρως ενθαρρυντικά από την κοινωνία και τις δημοσκοπήσεις, παρότι η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ «φλέρταρε» στο παρελθόν με όλες τις κατεστημένες λογικές της «ΠΑΣΟΚαρίας» που οδήγησαν τη χώρα σε αυτή τη δεινή θέση. Και οι διεργασίες που έχουν αρχίσει να λαμβάνουν χώρα προφανώς και αφορούν ευρύτερα το πολιτικό σκηνικό και γίνονται κατόπιν της κοινωνικής τάσης που εμφανίζεται -δεν είναι, μ’ άλλα λόγια, διευθετήσεις και συμφωνίες κορυφής. Δεν είναι τυχαίο ότι χθες, κόσμος και κοσμάκης έδωσε το «παρών» σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας, όπου η Φώφη Γεννηματά είχε καλέσει όλους όσοι είχαν διατελέσει βουλευτές του ΠΑΣΟΚ από το 1974 ως σήμερα, προκειμένου να δείξει ότι το κόμμα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου επανενώνεται και διεκδικεί ξανά την παλιά του θέση στην Ιστορία. Ούτε τυχαίο είναι ότι εκτός του Γιώργου Παπανδρέου, μόνο την περασμένη Παρασκευή η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ απέκτησε δύο νέα μέλη και αναμένεται άλλη μία προσχώρηση εντός ολίγων ημερών.

Η ΠΡΟΣΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΣΤΗΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΣΥΜΠΑΡΑΤΑΞΗ ΣΗΜΑΤΟΔΟΤΕΙ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗΣ ΕΝΟΣ ΚΑΝΟΝΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΟΥ ΧΩΡΟΥ ΒΑΣΙΣΜΕΝΟΥ ΣΤΟΝ ΡΕΑΛΙΣΜΟ ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΤΙΣ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΜΗ ΣΥΜΒΑΤΩΝ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΜΙΑΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΧΩΡΑΣ

Κατέρρευσαν οι μύθοι
Η στροφή της κοινωνίας με ελπίδα προς την Κεντροαριστερά αφορά στην προοπτική επιστροφής στην κανονικότητα τόσο για τον ίδιο τον χώρο του Κέντρου, όσο και για το πολιτικό σκηνικό της χώρας εν γένει. Οι τεκτονικές αλλαγές που κυοφορούνται προέρχονται όχι μόνο από την επιχείρηση ανασύστασης του «τρίτου πόλου» και της Κεντροαριστεράς, αλλά και από τις πολλαπλές απογοητεύσεις που έχει επισωρεύσει στην κοινωνία η κυβερνητική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Μία πολιτική, δηλαδή, που αποτελεί ένα ανόσιο μείγμα ανικανότητας, απροθυμίας, ιδεοληψιών, αλλά και συμπλέγματος άρνησης της πραγματικότητας. Μ’ άλλα λόγια, στα δύο χρόνια που κυβερνά ήδη το κόμμα της Κεντροαριστεράς, οι προοδευτικοί, κεντρώοι και προοδευτικοί πολίτες είδαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να γίνει Κεντροαριστερά. Όσα πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ κι αν «μετεγγραφούν» στην Κουμουνδούρου και όσο κι αν προσπαθήσει ο Αλέξης Τσίπρας να μιμηθεί τον Ανδρέα Παπανδρέου, η διετία που πέρασε και συμπληρώνεται στις 25 Ιανουαρίου έδειξε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει ένα «καθαρόαιμο» κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, με ιδεολογία και DNA ασύμβατο με τους κανόνες και την πολιτική και οικονομική πραγματικότητα ενός κράτους-μέλους της Ευρωζώνης. Σε κάθε ευκαιρία διαπιστώνουμε ότι ακόμη κι αν οι αριστεροί κυβερνώντες θυσιάζουν την συνείδησή τους για να εφαρμόσουν μέρος του Μνημονίου, το κάνουν με… μισή καρδιά, με λαθεμένο τρόπο, προκαλώντας κωλυσιεργίες αλλά και εμπλοκές, που διαρκώς σαμποτάρουν την έξοδο της χώρας από την κρίση. Μάλιστα, αρκετά στελέχη του κυβερνώντος κόμματος έχουν ήδη αρχίσει να καταλαμβάνονται από το «σύνδρομο της λύτρωσης» και σιγοψιθυριστά παραδέχονται ότι έχουν κουραστεί να κυβερνούν και να κάνουν διαρκείς συμβιβασμούς με την συνείδησή τους. Αφήνουν, δηλαδή να εννοηθεί ότι θα ήθελαν να «λυτρωθούν» και να επιστρέψουν εκεί που ξέρουν: στα έδρανα της αντιπολίτευσης, στην εύκολη διαμαρτυρία, στον παλμό της κοινωνίας. Και, βεβαίως, αυτή η επιστροφή, που ήδη προδιαγράφεται από την δημοσκοπική εξαΰλωση του ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα γίνει με όρους κυβερνώντος κόμματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ, παράλληλα, θα πάψει, όπως όλα δείχνουν, να αποτελεί κόμμα εξουσίας. Ήδη, η ανασύσταση της Κεντροαριστεράς μέσω της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και το κύμα συσπείρωσης που καταγράφεται στον χώρο του Κέντρου φαίνεται πως θα οδηγήσει, σε πρώτη φάση, σε έναν πολυκερματισμό του κεντρώου χώρου, με τον ΣΥΡΙΖΑ και την Δημοκρατική Συμπαράταξη να κινούνται γύρω στο 15% και την ΝΔ να αποτελεί τον έναν και μοναδικό «πόλο εξουσίας» του πολιτικού σκηνικού. Αυτή, όπως όλα δείχνουν, θα είναι η πρώτη φάση. Η δεύτερη θα είναι να πάρει το ΠΑΣΟΚ κεφάλι και να επανακτήσει τον ζωτικό πολιτικό χώρο που έχασε στις εκλογές του 2012, όταν ήρθαν τα πάνω-κάτω και ο ΣΥΡΙΖΑ κατέκτησε την δεύτερη θέση στις διπλές εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου. Και κάπως έτσι, ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιστρέψει σιγά σιγά στην περιοχή των μονοψήφιων ποσοστών και θα συνεχίσει να συμβάλλει στο πολιτικό σκηνικό και την πολιτική διαπάλη εν γένει με τον μόνο τρόπο που ξέρει καλά: με αγωνιστικές κινητοποιήσεις, αλλά και με θεωρητικές προσεγγίσεις, αναλύσεις και διεκδικήσεις που είναι καλό να εκφράζονται, αλλά είναι ασύμβατες και δεν μπορούν να εφαρμοστούν σε μία χώρα-μέλος της Ευρωζώνης. Και του δυτικού προηγμένου κόσμου γενικότερα…

Αφήστε μια απάντηση

Your email address will not be published.

*

Πρόσφατα από Ελλάδα

Go to Top