1999

Έλληνες, οι απροσκύνητοι

σε Ελλάδα/Ιστορικά

«Έβγαλε διάτα ο Κρούταγος, της Βουργαριάς ο τσάρος. Προσκύνημα… / Κοπαδιαστά περνάν, κι όλο περνάν οι σκλαβωμένοι εμπρός του. / προσκύνημα. Μπρος του περνάν και γονατάν και σκύβουν. / Μόν’ ένας μπρος του σαν περνά, δεν γονατά, δεν σκύβει… / Μόνος αυτός δε γονατά, μόνος αυτός δε σκύβει. / Κι ο βασιλιάς ξαφνίζεται, ρωτά: Ποιός είν’ εκείνος που δε με προσκυνά; / Για φέρτε τον μπροστά μου. Κι αν τον κρατήσει ο Κρούταγος, και τι κακό θα κάμει; / Φέρθηκε ο νιος απόκοτα και θάνατος του πρέπει… / Κι ήρθε και η μάνα κι έσκυψε προς το παιδί της και είπε: / …εσένα είναι η πατρίδα σου τ’ Αλεξάνδρου η πατρίδα.» (Κωστής Παλαμάς, «Ο γιος της Χήρας»). Το προσκύνημα και η γονυκλισία είναι συνήθειες βαρβαρικές των Ανατολικών λαών και ιδίως των Περσών. Είναι ξένο ήθος για τους Έλληνες. «Ουκ είθισται τοις Έλλησι προσκυνέειν»

ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΥΓΕΡΙΝΟ ΑΝΔΡΕΟΥ

Ο μεγάλος Σταγειρίτης εδίδασκε: «Οι προσκυνήσεις και οι αλλοιώσεις της ορθίας στάσης είναι χαρακτηριστικό των βαρβάρων». Ο Δημοσθένης σημειώνει: «Το προσκύνημα αφορά μόνον τους βαρβάρους». Ο ποιητής Θεόγνις ο Μεγαρεύς καταδικάζει ακόμη και απλή κίνηση της κεφαλής. Ο Ηρόδοτος στην Ιστορία του καταγράφει παράξενα ήθη των Αιγυπτίων: «Τόδε μέντοι άλλο (οι Αιγύπτιοι) Ελλήνων ουδαμοίσι συμφέρονται, αντί του προσαγορεύειν αλλήλους εν τήσι οδοίσι, προσκυνέουσι κατιέντες μέχρι του γούνατος την χείρα!» (= Και σ’ αυτό το άλλο οι Αιγύπτιοι δεν ομοιάζουν με τους Έλληνες, αντί να χαιρετηθούν όταν συναντηθούν εις τας οδούς, προσκυνούν κατεβάζοντας μέχρι το γόνατο το χέρι!). Αναφορές κατά του προσκυνήματος βρίσκουμε στον Όμηρο (Ιλιάδα Η’ 177), στον Αριστοφάνη (Όρνιθες 621), στον Πλούταρχο (Βίος Αλεξάνδρου 19), στον Βακχυλίδη (Διθύρ. 25), στον Λουκιανό, στον Διογένη τον Κυνικό, στον Πυθαγόρα (Ιάμβλιχος «Πυθαγορικόν Βίον, 236»), στον Φιλόστρατο (Βίος Απολλωνίου του Τυανέως). Όταν ο Δαρείος, ως ένδειξη υποταγής, είχε ζητήσει από τους Σπαρτιάτες «Γη και Ύδωρ», οι Σπαρτιάτες «τους πρέσβεις τους αιτέοντας, ες φρέαρ εμβαλόντες, εκέλευον γην τε και ύδωρ εκ τούτων φέρειν παρά βασιλέα» (= Τους έριξαν σ’ ένα πηγάδι λέγοντας να πάρουν από κει γη και ύδωρ για να το φέρουν στο βασιλέα τους). Ο Απόλλωνας, όμως, οργίσθηκε κατά των Σπαρτιατών και εξαπέλυσε κατ’ αυτών μήνιν, επειδή οι πρέσβεις ήταν πρόσωπα ιερά και απαραβίαστα. Μετά από σύσκεψη αποφασίσθηκε να ικανοποιήσουν τον Δαρείο με ανθρωποθυσία. Κήρυγμα, λοιπόν, καλούσε τους πολίτες «ει τις βούλοιτο, προ (υπέρ) Σπάρτης αποθνήσκειν». Πράγματι, ο Σπερθιής ο Ανηρίστου και ο Βούλις ο Νικολάου προσεφέρθησαν να ταξιδεύσουν εις τα Σούσα για να τιμωρηθούν από τον Ξέρξη με την ποινή του θανάτου. Όταν παρουσιάσθηκαν στον Πέρση βασιλέα εδήλωσαν τον λόγο της αποστολής τους, πλην όμως αρνήθηκαν κατηγορηματικά, παρά τις πιέσεις, να τον προσκυνήσουν. «– Ήρθαμε για να μας φονεύσετε, όχι για να προσκυνήσουμε!».
Η αγέρωχη αυτή στάση των δύο νέων ανάγκασε τον Δαρείο να τους χαρίσει τη ζωή τους. Ο Ξενοφών μας πληροφορεί ότι οι Αθηναίοι σκότωσαν τον πρεσβευτή τους Τιμαγόρα και γιατί προσκύνησε τον Μεγάλο Βασιλιά και γιατί έλαβε παρ’ αυτού «χρυσίον και αργύριον». Όταν ο Θεμιστοκλής αναγκάστηκε να «μηδίσει» και να μεταβεί στα Σούσα, δημιουργήθηκε μεγάλο πρόβλημα, γιατί ηρνείτο να προσκυνήσει τον Ξέρξη, αλλά και εκείνος ηρνείτο να τον δεχθεί χωρίς προσκύνηση. Τότε έγινε ένα τέχνασμα: Έριξαν μπροστά στον Ξέρξη ένα νόμισμα του Θεμιστοκλή κι εκείνος έσκυψε και το πήρε. Ο Θεμιστοκλής έτσι δήλωνε ότι ποτέ δεν προσκύνησε και ο Ξέρξης το αντίθετο. Ο Σουλτάνος Σελίμ Β’ έγραφε το 1579 στο γιο του: «Ο Θεός με εβοήθησε και ενίκησα και πήρα την Κύπρο, τους άπιστους ανθρώπους όπου δεν με επροσκυνούσαν…». Στην Κων/πολη, στα χρόνια των Σουλτάνων, στα Ανάκτορα υπήρχε ειδική επίσημη τελετή προσκυνήματος. Όλοι οι αξιωματούχοι, αλλά και οι πρεσβευτές συνέχαιραν τον Σουλτάνο, προσκυνώντας κροσσωτή ταινία στα πόδια του θρόνου. Του προσκυνήματος πρέπει να διακρίνουμε το χειροφίλημα σεβασμού ένεκεν, το οποίο σε πολλές περιοχές της χώρας (Ήπειρο, Θεσσαλία, Ρούμελη κ.λπ.) γινόταν από παιδιά σε ηλικιωμένους και κυρίως από νύφες στους κουνιάδους.
«Έβγα Γιώργη, προσκύνησε, τζουράκι να σε κάμω. / Δεν είμαι νύφη πατρινιά να βγω να προσκυνήσω».  Οι αρματολοί και οι κλέφτες παρέμειναν σταθερά απροσκύνητοι. Στο τραγούδι του Χρήστου Μηλιόνη βρίσκουμε: «Χρήστο, σε θέλει ο πασάς, σε θέλουν οι αγάδες. / Όσο είν’ ο Χρήστος ζωντανός, Τούρκο δεν προσκυνάει. / Πασά έχει ο Χρήστος το σπαθί, / Βεζύρη το ντουφέκι». Ούτε και νεκρός ο κλέφτης δεν θέλει ν’ ανταμώσει Τούρκο: «Όσο είν’ ο κλέφτης ζωντανός, πασά δεν προσκυνάει / κι αν πέσει το κεφάλι του, δεν μπαίνει στο ταγάρι. / Το παίρνουν οι σταυραετοί να θρέψουν τα παιδιά τους / να κάνουν πήχυ το φτερό και πιθαμή το νύχι». Ο Κλέφτης είναι υπερήφανος για τη  στάση ζωής τους: «Εγώ ραγιάς δεν γίνομαι, Τούρκο δεν προσκυνάω». Και ο θρυλικός Μάρκος Μπότσαρης καταδικάζει με αποτροπιασμό το προσκύνημα: «Μάρκο μου πάρε τα κλειδιά κι έλα να προσκυνήσεις. / Μένα με λένε Μπότσρη, μένα με λένε Μάρκο / ποτέ μου δεν προσκύνησα κι ούτε θα προσκυνήσω». Οι Τούρκοι προσπάθησαν ν’ αλλάξουν το φρόνημα του Αθανασίου Διάκου και να τον κάνουν να τους προσκυνήσει:
«Κι ο Ομέρ Βρυώνης μυστικά στον δρόμο τον ερώτα: / – Γίνεσαι Τούρκος, Διάκο μου, την πίστη σου ν’ αλλάξεις, / να προσκυνήσεις το τζαμί, την εκκλησιά ν’ αφήσεις; / Κι εκείνος τ’ αποκρίθηκε και στρίφτει το μουστάκι: / – Πάτε και σεις κι η πίστη σας, μουρτάτες να χαθείτε. / Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θε ν’ αποθάνω…». Ο Κολοκοτρώνης, αντιληφθείς εγκαίρως το κακό απ’ το προσκύνημα στον Ιμπραήμ, έριξε το σύνθημα: «Τσεκούρι και φωτιά στους προσκυνημένους». Αντί προσκυνήματος, υπερήφανη στάση βρίσκουμε και από τον Γεώργιο Καραϊσκάκη στον Κιουταχή, επάνω στη φρεγάδα «Σειρήνα», του Δεριγνύ. Το απόσπασμα είναι από το δικό μας ποίημα «Η συνάντηση με τον Κιουταχή»: «…Και σαν εχαιρετίσθηκαν ο Κιουταχής του λέγει: – Ήλπιζα πως θα ’ρχόσουνα, εμέ να προσκυνήσεις / και να σου δώσω χάρισμα όλα τα βιλαέτια, / από Αθήνα, Αράχωβα, Σάλωνα μέχρι Άρτα. / Κι αυτός αγέρωχα, κοφτά, τ’ απάντησε και του ’πε: / – Δεν έχω την ανάγκη σου για να σε προσκυνήσω, / Ρούμελης Βαλεσή εσύ, Ρούμελης Βαλεσή κι εγώ…». Η μητέρα του ήρωα Γρηγόρη Αυξεντίου στην Κύπρο (τον έκαψαν οι Άγγλοι ζωντανό στο κρησφύγετο του Μαχαιρά), λίγο μετά τον φρικτό θάνατό του δήλωσε: «Κάλλιο μια φούχτα χώμα ο λεβέντης μου, παρά γονατισμένος…».

Αφήστε μια απάντηση

Your email address will not be published.

*