Ο Εμμανουήλ Ρέπουλης, εκ Κρανιδίου Αργολίδος ορμώμενος, στενός συνεργάτης του Ελ. Βενιζέλου και Αντιπρόεδρος των πρώτων κυβερνήσεών του, δεινός ρήτορας και γητευτής των ελεύθερων συνειδήσεων, εντιμότατος και αξιοπρεπέστατος, σεμνότατος και ελληνοπρεπής, μετά την θλιβερή ήττα της Βενιζελικής παράταξης της 1ης Νοεμβρίου 1920, αυτοεξορίστηκε στη Γαλλία…
ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΥΓΕΡΙΝΟ ΑΝΔΡΕΟΥ, ΔΙΚΗΓΟΡΟ, ΛΟΓΟΤΗΕΧΝΗ, ΠΟΙΗΤΗ
Από εκεί στη διετία 1920-1922 έστειλε σε φίλο του σειρά επιστολών, που αποτελούν πολιτική παρακαταθήκη και αναδεικνύουν το πολιτικό και πνευματικό κλίμα της εποχής εκείνης. Δημοσιεύτηκαν με τον τίτλο «Επλανήθημεν» για πρώτη φορά σε συνέχειες το 1935 στο «Ελεύθερο Βήμα». Δυστυχώς απολησμονήθηκε ο μεγαλουργός αυτός Έλληνας και το ύπατο έργο του. «Επλανήθημεν» λοιπόν! Ο λαός διαχρονικά κάνει τα δικά του λάθη, τα οποία στη συνέχεια πληρώνει σκληρά, αυτομαστιγώνεται κατ’ έναν τρόπο.
«Επλανήθη» ο λαός την 1η Νοεμβρίου 1920 από τις ανεύθυνες και λαϊκίστικες κραυγές των φιλοβασιλικών και των εν γένει αντιβενιζελικών κι έστειλε τον επαναστάτη του Θερίσου και δημιουργό της Μεγάλης Ελλάδας, στην ήττα και στην αυτοεξορία στη Γαλλία. Επόμενο ήταν να έρθει το δράμα της Μικρασιατικής καταστροφής, να κοπεί το ένα πόδι του Ελληνισμού, αυτό που ακουμπούσε στην Ιωνία, που δεν άφησε κανένα μάτι αδάκρυτο. Εκατό, σχεδόν, χρόνια μετά πληρώνουμε ακόμα τις συνέπειες των εκλογών αυτών της 1ης Νοεμβρίου 1920. Πρωτύτερα «επλανήθημεν» κι άλλες φορές ως νεοέλληνες: Δολοφονήσαμε τον ήρωα της Γραβιάς, φυλακίσαμε τον Γέρο του Μοριά και τον Πλαπούτα, σκοτώσαμε τον Καποδίστρια, αφανίσαμε τον Θεόφιλο Καΐρη, τον Απόστολο Μακράκη και το Ρόκο Χοϊδά. Στείλαμε τον Χαρίλαο Τρικούπη στα πολιτικά Τάρταρα και δώσαμε στο Μεσολόγγι την βουλευτική έδρα… στον Γουλιμή (ανθ’ ημών ο κύριος Γουλιμής!). «Επλανήθημεν» στη συνέχεια και παίξαμε ασμένως το παιγνίδι της γηραιάς Αλβιώνος και δώσαμε τροφή και σπονδή στον εθνικό διχασμό που μας έφερε τον εμφύλιο πόλεμο των ετών 1946-1949. «Επλανήθημεν» στη συνέχεια στις δεκαετίες του 1950 και 1960 και ζήσαμε χωρισμένοι στην ίδια πατρίδα, οι μεν να θεωρούν τους δε μιάσματα και προδότες. «Επλανήθημεν» και ρίξαμε λάδι στη φωτιά στα χρόνια 1963-1967, εξήψαμε κι άλλο τα πολιτικά ήθη, αλληλομισηθήκαμε και μας ξημέρωσε η Χούντα της 21ης Απριλίου 1967. Και στα πρώτα χρόνια χορεύαμε και γελούσαμε με τους τυράννους (εκτός από λίγες, φωτεινές εξαιρέσεις). «Επλανήθημεν» οικτρώς, μετά την πτώση της Χούντας κάτω απ’ τα ερείπια των εγκλημάτων της, με προεξέχον εκείνο της προδοσίας της Κύπρου, και δώσαμε δύναμη περισσή και πολιτική υπεροπλία σ’ όσους αγωνιστές του Πολυτεχνείου θέλησαν να εξαργυρώσουν πολιτικά και οικονομικά την συμμετοχή τους στον Αγώνα και αγνοήσαμε τους πολλούς και σεμνούς, αυτούς που μετά την εκπλήρωση του χρέους τους, γύρισαν στις δουλειές τους. «Επλανήθημεν», λοιπόν, όταν στο τελευταίο τέταρτο του περασμένου αιώνα βάλαμε σε ακριβά κάδρα τους εμπόρους των ιδεών, τους αρνητές του αληθινού καλού της πατρίδας, τους εθνικά άφρονες και πολιτικά τυχοδιώκτες, τους προδότες των συντρόφων τους, τους μισαλλόδοξους και τους παραδομένους στα οικονομικά πάθη. Κι ήρθε η εποχή του λεγομένου «εκσυγχρονισμού» της δεκαετίας του 1990. «Επλανήθημεν» και τότε στον υπερθετικό βαθμό. Ο απλός άνθρωπος του αγρού, ο μικρέμπορος, ο βιοτέχνης, ο δάσκαλος, ο εργάτης θέλησε να γίνει ξαφνικά «χρηματιστής». Έτσι, σχεδόν το σύνολο του εθνικού πλούτου, πέταξε στα πλοκάμια της πλουτοκρατίας και στα πηγάδια των νεοκαπιταλιστών. Χάσαμε, δεν θα χάναμε; Εμείς είμαστε απλοί άνθρωποι του λαού κι οι παίκτες αυτοί με γνώσεις υψηλές χρηματοπιστωτικές.
Το καλοκαίρι του 1944 στον Λίβανο έγινε συνάντηση των Άγγλων με εκπροσώπους του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και του Ε.Δ.Ε.Σ. Ο Άρης Βελουχιώτης τότε είπε την ιστορική φράση: «Πήγαν τα δικά μας τα χαϊβάνια να τα βάλουν με την Αγγλική διπλωματία, όπως πάνε τα ζαγάρια να τα βάλουν με τις πονηρές αλεπούδες». «Επλανήθημεν», όταν ζητούσαμε επίμονα και σκληρά αυξήσεις μισθών εξωπραγματικές, διορισμούς στο Δημόσιο άχρηστους, κι εκβιάζαμε με την ψήφο μας τους κομματάρχες κι αυτοί ενέδιδαν και μας τα παρείχαν όλα απλόχερα και δαψιλώς, εκλογής και εξουσίας ένεκεν, αλλά με χρήματα δανεικά. Και η κρίση ήρθε, δηλαδή την φέραμε εμείς αναπότρεπτα με την κοινωνική, ηθική, κομματική και πολιτική συμπεριφορά μας. «Επλανήθημεν», όταν αρνηθήκαμε παρουσία, σ’ όσους σκέπτονται, εθνικά, απολακτίσαμε τους μετριοπαθείς, εθνιστές και φέραμε τους εθνικιστές, φιλοφασιστές και φιλοναζιστές. (Ναι, εμείς τους φέραμε με τις άφρονες κινήσεις μας). Και τώρα ο μαύρος αυτός Μινώταυρος θέλει τροφήν και θα φάει τα παιδιά μας. Κι όλο μεγαλώνει, κι όλο απλώνει τα σκοτεινά δίχτυα του πάνω απ’ τη χώρα και το σκιάχτρο του, αντί να απονευρώνεται, θεριεύει. Βρίσκεται μια ανάσα από τη μερική πολιτική κυριαρχία κι εμείς «περί άλλα τυρβάζουμε». Κάνουμε ότι δεν βλέπουμε και δεν ακούμε. «Των οικιών ημών εμπιπραμένων ημείς άδομεν». Και ήρθαν τα χειρότερα. «Επλανήθημεν», όταν βλέπαμε μετά την κρίση των ετών 2008-2009, τους βόρειους να κατέρχονται και να αλώνουν την χώρα και δεν αντισταθήκαμε. Πίστεψε ο καθένας ότι αυτός θα τα καταφέρει, ότι η κρίση θα μείνει έξω από την αυλόπορτα τη δική του. Η κρίση πάει παντού. Κατηγόρησαν το 1929 τον Ελ. Βενιζέλο γιατί δεν απέτρεψε την εισαγωγή της κρίσης κι εκείνος απάντησε: «–Τι θέλατε να κάνω; Να πάρω το όπλο, να πάω στα σύνορα και να φωνάξω: οικονομική κρίσις μην εισέρχεσαι;». Και σαν βάθυνε κι άλλο η κρίση και σαν η φτώχεια και η δυστυχία, η μελαγχολία και η απόγνωση, πύργωσαν και πυραμίδωσαν στην πατρίδα, «επλανήθημεν» και πάλι. Δεν ψάξαμε ανάμεσά μας να βρούμε έναν ικανό ηγέτη, δοκιμασμένο στη δράση, που να εμπνέει όλον τον λαό και να τον ωθήσουμε να τραβήξει μπροστά και να μας λυτρώσει από τα δεινά, τα άγη και τα άλγη μας, με τη λαϊκή θέληση. Δεν το κάναμε αυτό. «Επλανήθημεν» και δώσαμε την Κυβέρνηση, όχι σε κάποιο κόμμα ή κίνημα, αλλά ουσιαστικά σε μία παρέα φίλων, που ξέρουν καλά να διαπερνούν στο μεδούλι της εξουσίας και να διεισδύουν στα κανάλια της πολιτικής μακροημέρευσης. Δεν είναι κόμμα ή κίνημα γιατί το καλοκαίρι του 2015 το κομμάτι του ιδεολογικού υποβάθρου και του κομματικού κορμού, αποσπάστηκε, προς τιμήν του (είτε συμφωνεί κανείς μαζί του, είτε όχι). «Επλανήθημεν», όταν στις μέρες μας δεν αντιδρούμε ζωηρά στην αλαζονεία, στη φιλοπρωτία, στους εγωισμούς, στις κενολογίες, στις ψευδολογίες και στους έκδηλους και υπερχειλείς λαϊκισμούς όσων απολυταρχικά μας εξουσιάζουν. «Επλανήθημεν», «Επλανήθημεν», «Επλανήθημεν»…