Την ανάγκη αντιμετώπισης, αλλά και σκληρής τιμωρίας, του πολιτικού ψεύδους που μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες για μία ολόκληρη χώρα και μία κοινωνία έφερε στην επιφάνεια η απόλυση του παρουσιαστή Κωνσταντίνου Μπογδάνου από τον ΣΚΑΪ. Ο παρουσιαστής κατηγορήθηκε ότι εξέφρασε ένα «μηνύσιμο» ψέμα στον τηλεοπτικό αέρα και το κανάλι τον απέπεμψε, φοβούμενο ότι θα μπορούσε να υποστεί μήνυση και αγωγή και να πληρώσει βαρύτατο πρόστιμο. Ωστόσο, το πολιτικό ψέμα, που στην Ελλάδα τα τελευταία πολλά χρόνια τείνει να γίνει κανονικότητα και πραγματικότητα, έχει απείρως χειρότερες και τραγικές συνέπειες, αλλά δεν τιμωρείται κανένας. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η ανοχή στο ψέμα εξαντλείται σε έναν παρουσιαστή που μπέρδεψε τον τηλεοπτικό αέρα ενός ενημερωτικού τηλεοπτικού σταθμού με τον λογαριασμό του στο Facebook. Ενώ, αντιθέτως, όταν πρόκειται για πολιτικό ψέμα, τότε επιβραβεύεται, ψηφίζεται αυτός που το λέει και κάπως έτσι, η χώρα βρίσκεται μονίμως σε ένα φλερτ με την καταστροφή και την τριτοκοσμική οπισθοδρόμηση…
Με αφορμή την υπόθεση Παπαδήμου και την τρομοκρατική ενέργεια σε βάρος του πρώην πρωθυπουργού, ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος ισχυρίστηκε, από την εκπομπή του στον ΣΚΑΪ, ότι την βόμβα στον Λουκά Παπαδήμο έβαλαν «πρώην σύντροφοι του πρωθυπουργού». Αναμφισβήτητα, αυτό ήταν το λιγότερο μία απερίσκεπτη «χοντράδα», αν και ελέχθη σε ένα πλαίσιο όπου η συζήτηση γινόταν για τον Αλέξη Τσίπρα, αφού ο παρουσιαστής ασκούσε κριτική στον πρωθυπουργό επειδή επί 36 ημέρες δεν βρήκε μισή ώρα για να επισκεφθεί τον Λουκά Παπαδήμο και να στείλει ένα μήνυμα κατά της τρομοκρατίας.
Θύμα ευαισθησίας
Ο Μπογδάνος, λοιπόν, πλήρωσε με την αποπομπή του από τον τηλεοπτικό σταθμό την απερισκεψία του, αλλά και την επιμονή του να συνεχίσει να αναφέρεται σ’ αυτό το θέμα μία ημέρα μετά, όταν διεκδικούσε, κατά την συνάντηση που είχε με την διοίκηση του καναλιού, να δώσει… εξηγήσεις στον αέρα, εξηγώντας γιατί ο τηλεοπτικός σταθμός είχε άδικο που εξέδωσε ανακοίνωση εναντίον του! Φυσικά, αυτή η συμπεριφορά δε θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή από κανέναν –πολλώ δε μάλλον όταν αυτό που είχε πει ο Μπογδάνος είχε λεχθεί με τέτοιον τρόπο που ήταν απολύτως μηνύσιμο. Το κανάλι, δηλαδή, θα μπορούσε να καταδικαστεί από την Δικαιοσύνη, αν ο πρωθυπουργός αποφάσιζε να προσφύγει σε αυτή, καθώς τον εμφάνιζε να έχει συμμετάσχει σε… γιάφκα τρομοκρατών στο παρελθόν. Συν τοις άλλοις, επειδή ο Μπογδάνος είπε όσα είπε σαν να πρόκειται για «είδηση» και δεν φαινόταν πως πρόκειται για σχόλιο ή ανάλυση, θα μπορούσε ο ΣΚΑΪ να καταδικαστεί σε βαρύτατο πρόστιμο και από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης για διασπορά ψευδών ειδήσεων και καταπάτηση κάθε κανόνα δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Αυτά φοβήθηκε το κανάλι και κράτησε αποστάσεις από τον παρουσιαστή του. Και γι’ αυτό έδιωξε τον Κωνσταντίνο Μπογδάνο, όταν ο τελευταίος τους ενημέρωσε ότι στην εκπομπή της επόμενης ημέρας, σκόπευε να επιμείνει στους ισχυρισμούς του και να δώσει συνέχεια στο θέμα. Όμως, ο Μπογδάνος ήταν απλώς ένα θύμα. Κι αυτό διότι καθημερινά, όλοι μας περιβαλλόμαστε από ψέματα –πολλά εκ των οποίων έχουν πολύ μεγαλύτερο κόστος και αφορούν όλους τους πολίτες αυτής της χώρας. Κι όμως μένουν ατιμώρητα –συνήθως δε οι πολίτες τα επιβραβεύουν, αφού ψηφίζουν τους… φορείς του ψέματος και τους φέρνουν στην εξουσία!
Δεύτερη φύση
Δεν υπάρχει πολιτική περίοδος στην νεότερη πολιτική ιστορία που να μην χαρακτηρίζεται από πρωταγωνιστές πολιτικών εξελίξεων που είχαν ως βασικό εργαλείο τους το ψέμα. Και αν αυτό ήταν σχετικά ανώδυνο στο παρελθόν, από την ώρα που η Ελλάδα εισήλθε στο Μνημόνιο το πολιτικό ψεύδος και η χρήση του κατέστησαν καταστροφικές για τον τόπο. Χρειάστηκε να περάσουμε 5,5 χρόνια ύφεσης και κρίσης, να υποστούμε τρία Μνημόνια με βαριά μέτρα και να αλλάξουμε ένα σωρό κυβερνήσεις και πρωθυπουργούς για να καταλάβουμε ως κοινωνία ότι, εφόσον δεν θέλουμε να γίνει η Ελλάδα Μπανανία και να βγει εκτός Ευρώπης προσεγγίζοντας τον Τρίτο Κόσμο, οι μεταρρυθμίσεις ήταν μονόδρομος. Το Μνημόνιο θα μπορούσε να είχε τελειώσει 3 ή και 4 χρόνια πριν, όταν ο Γιώργος Παπανδρέου και η κυβέρνησή του αναγκάστηκαν να το συνομολογήσουν. Ωστόσο, τότε, η κυβέρνηση είχε απέναντί της τις αλόγιστες υποσχέσεις μίας μικρής και «έξαλλης» Αριστεράς, αλλά και τα φύκια που πουλούσε για μεταξωτές κορδέλες στην κοινωνία ο «αντιμνημονιακός» Αντώνης Σαμαράς των Ζαππείων και του ασύστολου ψεύδους. Οι συνέπειες γνωστές: ο Σαμαράς είδε το κόμμα του να διασπάται, η χώρα βρέθηκε χρεωμένη και με δεύτερο Μνημόνιο κατά την κυβέρνηση Παπαδήμου και η ΝΔ κέρδισε μεν τις εκλογές του Μαΐου του 2012 με μόλις 18%, για να φτάσει στο 28% στις δεύτερες εκλογές έναν μήνα αργότερα.
Το πάθημα, όμως, δεν έγινε μάθημα. Η πολιτική δύναμη που μετήλθε περισσότερων ψεμάτων από τον Αντώνη Σαμαρά, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα, κατάφερε να γίνει αξιωματική αντιπολίτευση και ενώ διαπίστωσε τον «τοίχο» που αναγκάστηκε να υποστεί η κυβέρνηση Σαμαρά, συνέχισε να δίνει τις ίδιες παράλογες υποσχέσεις. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία –και πριν μερικές ημέρες είχαμε τις επετείους της, αφού συμπληρώθηκαν δύο χρόνια από τις κλειστές τράπεζες, από τη επιβολή των capital controls, από την διεξαγωγή του περίφημου δημοψηφίσματος.
Και παρόλα αυτά, η κοινωνία ακόμη δεν έχει αποκτήσει αλλεργία στο πολιτικό ψεύδος. Καθημερινά, στη Βουλή, σε ραδιόφωνα και στις τηλεοράσεις ακούγονται περισσότερα ψέματα απ’ ό,τι μπορεί κανείς να καταναλώσει. Κι όλο αυτό χωρίς ποτέ κανείς να έχει βρει έναν τρόπο να υπηρετήσει το δημόσιο συμφέρον, με το να θεσμοθετήσει ορισμένους κανόνες και ορισμένες δικλίδες ασφαλείας για να τιμωρείται εκ των υστέρων ένας πολιτικός ψεύτης, όταν η ίδια η πραγματικότητα έρχεται εκκωφαντικά να αναδείξει τα ψέματά του. Εκτός κι αν για να γίνει αυτό, θα πρέπει αυτός ο ψεύτης να λέγεται Μπογδάνος.