ΠΟΛΙΤΙΚΗ / ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ / ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ / ΥΓΕΙΑ / ΕΠΙΣΤΗΜΗ

ΒΟΥΛΗ - ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ(EUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ)

Μήπως πρέπει να αυξηθεί το όριο εισόδου στη Βουλή;

σε Ελλάδα/Πολιτική

Το πρόβλημα διακυβέρνησης που αρχίζει, σιγά σιγά, να επανεμφανίζεται στη χώρα φέρνει στο προσκήνιο και μία ακόμη συζήτηση που πρέπει να γίνει: κατά πόσον πρέπει να αντιμετωπιστεί ή όχι το φαινόμενο των κομματικών «καπετανάτων», με αρχηγούς μικρών κομμάτων που εκμεταλλεύονται τις έδρες που έχουν στη Βουλή για προσωπικό και μικροκομματικό παιχνίδι, αρνούμενοι να δεχθούν ότι όλα μα όλα τα κόμματα οφείλουν να παίρνουν ξεκάθαρες θέσεις και να κάνουν εξίσου καθαρές επιλογές. Το «παιχνίδι» του Βασίλη Λεβέντη με τις καθημερινές προβλέψεις και «προφητείες» του, η νεοναζιστική συμμορία της Χρυσής Αυγής και η εμπρηστική παρουσία της εντός Βουλής, αλλά και η άρνηση του Σταύρου Θεοδωράκη να δει την πραγματικότητα είναι μερικά μόνο παραδείγματα, που δείχνουν ότι ίσως άλλαζε άρδην η πολιτική μας ζωή -και κυρίως η πολιτική μας κουλτούρα- αν το όριο εισόδου ενός κόμματος στη Βουλή αυξανόταν και από το 3% ανέβαινε στο 5%.
Βεβαίως, θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι ένα κόμμα και ένας αρχηγός μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν και εκτός Βουλής. Ωστόσο, η σύνθεση του Κοινοβουλίου είναι πολύ βασικό χαρακτηριστικό διαμόρφωσης των συσχετισμών στο πολιτικό σκηνικό, για έναν απλό λόγο: διότι όσα κόμματα και να υπάρχουν, όσα κι αν κατεβαίνουν σε εκλογές και ό,τι και να λένε, οι κυβερνήσεις πάντα σχηματίζονται αν «βγαίνουν» τα μαθηματικά της Βουλής. Δεν είναι τίποτα διαφορετικό από την περίφημη «αρχή της δεδηλωμένης», που θεσπίστηκε επί Χαριλάου Τρικούπη και προβλέπει ότι για να σχηματιστεί μία κυβέρνηση, θα πρέπει να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της απόλυτης πλειοψηφίας της Βουλής. Δηλαδή, να δηλώσουν την στήριξή τους προς την κυβέρνηση αυτή οι μισοί συν ένας βουλευτές του Κοινοβουλίου.

Κλειδί οι συσχετισμοί
Με άλλα λόγια, έχει τεράστια διαφορά αν ένα κόμμα είναι στη Βουλή ή όχι. Και, βεβαίως, επειδή ακριβώς η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση έχει προνόμια τα οποία πολλές φορές είναι δυσανάλογα πολλά και μεγάλα σε σχέση με το ποσοστό του 3 ή του 3,5%, δεν είναι λίγες οι φορές που τα «καπετανάτα» και τα προσωπικά παιχνίδια εκδηλώνονται με κυνικό και απροσχημάτιστο τρόπο. Αρκεί να θυμηθεί κανείς ποιοι βουλευτές, αλλά και πολιτικοί αρχηγοί διαπραγματεύονταν τα δικά τους σχέδια και… το μέλλον τους τον Δεκέμβριο του 2014, όταν παίζονταν στοιχήματα για το αν θα βρίσκονταν οι 180 βουλευτές για την εκλογή του Σταύρου Δήμα στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Τότε ήταν που έγιναν οι μεγάλες συμφωνίες και τότε το Κοινοβούλιο ευτελίστηκε με όλη την έννοια του όρου, ενώ μικροί αρχηγοί μικρών και υπό διάλυση κομμάτων, όπως ο Φώτης Κουβέλης, καθόρισαν την μοίρα της χώρας. Και έγιναν… μοιραίοι άνθρωποι για την Ελλάδα.
Ταυτόχρονα, σε άλλες περιπτώσεις, έχει αποδειχθεί ότι μικρά κόμματα, ακόμη κι αν μπήκαν στη Βουλή με 3 ή 4% και έχουν φτάσει στο… 1%, συνεχίζουν να ασκούν τεράστια επιρροή και ενδέχεται πολλές φορές να επηρεάζουν και το πολιτικό σκηνικό. Για παράδειγμα, αρκεί να σκεφτεί κανείς τα σενάρια που ήθελαν το Μέγαρο Μαξίμου να προσεγγίζει τον Βασίλη Λεβέντη. Η Ένωση Κεντρώων εκμεταλλεύθηκε την αμηχανία των ψηφοφόρων τον Σεπτέμβριο του 2015, όταν δεν είχαν… τί να ψηφίσουν και έτσι, για λόγους… φάρσας, ο Βασίλης Λεβέντης και το κόμμα του βρέθηκαν στη Βουλή. Πριν μερικούς μήνες, αυτό το κόμμα, παρότι ήταν σχεδόν υπό διάλυση -και παραμένει, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις- βρισκόταν ένα βήμα πριν συμπράξει με τον Αλέξη Τσίπρα, ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ να παρέμενε στην εξουσία ακόμη κι αν «τα έσπαγε» με τον Πάνο Καμμένο και τους Ανεξάρτητους Έλληνες. Το ίδιο σενάριο, εξάλλου, υπάρχει ακόμη και τώρα, αν κάποια στιγμή η κυβερνητική συνοχή παρουσιάσει ρήγματα και αν τεθεί θέμα «αλλαγής» κυβερνητικού εταίρου. Όλα γίνονται, λοιπόν, επειδή υπάρχουν οι «διαθέσιμοι» βουλευτές και αρχηγοί και βγαίνουν τα κουκιά στη Βουλή -ενώ σε κανονικές χώρες θα έπρεπε τα κόμματα να συνεργάζονται στη βάση προγραμματικών συγκλίσεων και συνεργασιών.
Ένα ακόμη φαινόμενο που δείχνει ότι ίσως πρέπει να τελειώνουμε με τα «καπετανάτα» που στηρίζονται σε μία επιτυχημένη προεκλογική περίοδο, είναι το παράδειγμα του Ποταμιού. Το κόμμα του Σταύρου Θεοδωράκη εισήλθε δις στη Βουλή ευαγγελιζόμενο το «νέο» στην πολιτική ζωή. Ωστόσο, σιγά σιγά, το Ποτάμι, παρά τις ενδιαφέρουσες ιδέες του και την όντως διαφορετική παρουσία του επικεφαλής του, έδειξε ότι δεν έχει λόγο ύπαρξης. Μόνο την περασμένη εβδομάδα έχασε έναν βουλευτή που μετακινήθηκε στην Δημοκρατική Συμπαράταξη, αλλά και μία «συνιστώσα», την «Δράση», που μετοίκησε στην ΝΔ. Ταυτόχρονα, το Ποτάμι, όπως και άλλα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου, συνεχίζει να ψαρεύει σε θολά νερά, κάνει αντιπολίτευση στην κυβέρνηση αλλά και στην… αξιωματική αντιπολίτευση, προσπαθώντας να αντλήσει ψήφους και από τα δύο μεγάλα κόμματα. Και είναι προφανές ότι κόμματα τα οποία βλέπουν ότι καταρρέουν και δεν έχουν «αύριο», θα κάνουν ό,τι μπορούν προκειμένου να μην διαλυθεί η παρούσα Βουλή και να αποφύγουν την πολιτική εξαφάνισή τους -με ό,τι σημαίνει αυτό…

Ανάγκη για ισχυρή εντολή
Από όλα τα παραπάνω, προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι θα ήταν μια καλή ιδέα για την αναμόρφωση του πολιτικού συστήματος η αύξηση του ορίου εισόδου στη Βουλή από το 3 στο 5%. Ένα κόμμα που παίρνει εντολή από το 5% των ψηφοφόρων έχει όντως μία ισχυρή εξουσιοδότηση για να απολαμβάνει προνόμια, αλλά και να ασκεί την επιρροή του στην Βουλή. Με τον τρόπο αυτό, άλλωστε, πολλοί κομματάρχες, νυν και… επίδοξοι, θα το ξανασκεφτούν στο μέλλον για να κατεβαίνουν μόνοι τους σε εκλογικές διαδικασίες και θα σκέφτονται τον δρόμο της συνεννόησης προκαταβολικά. Δηλαδή, όταν δεν θα μπορούν να «εκβιάζουν» και να πιέζουν, επειδή διαθέτουν μία χούφτα δικούς τους βουλευτές…

Αφήστε μια απάντηση

Your email address will not be published.

*

Πρόσφατα από Ελλάδα

Go to Top