«Δεν διεκδικούμε απλά, απαιτούμε και αναμένουμε εκ μέρους της συμφωνίας που υλοποιούμε τα συγκεκριμένα μέτρα που καθιστούν το χρέος βιώσιμο. Αυτό προφανώς θα έχει ως συνακόλουθο τη μείωση των πλεονασμάτων μετά το 2018»: Τάδε έφη Αλέξης Τσίπρας στις 28 Αυγούστου του 2016…
ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΟΦΙΑ ΒΟΥΛΤΕΨΗ, ΠΡΩΗΝ ΥΠΟΥΡΓΟ, ΝΥΝ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΤΗΣ ΝΔ
«Θα ψηφίσουμε τα μέτρα για να πάρουμε τη λύση για το χρέος. Δεν θα εφαρμοστούν (σ.σ. τα μέτρα) κ. Χατζηνικολάου, αν δεν πάρουμε τη λύση για το χρέος. Μια κυρίαρχη κυβέρνηση δηλαδή δεν μπορεί να παίρνει πίσω κάτι το οποίο έχει ψηφίσει αν δεν τηρείται η συμφωνία; Ή θεωρείτε ότι δεν το έχω ξανακάνει;»: Τάδε έφη Αλέξης Τσίπρας στις 25 Απριλίου 2017, σε συνέντευξή του στον Αντέννα.
Μετά ακολούθησαν κι’ άλλοι (με επικεφαλής τον κυβερνητικό εκπρόσωπο).
Τώρα, που έφθασε πια η στιγμή της αλήθειας και τα μέτρα ψηφίστηκαν – χωρίς να υπάρχει καν υπόνοια ρύθμισης χρέους και με αύξηση των πλεονασμάτων αντί για μείωση – τα πράγματα έχουν ξεκαθαρίσει.
Ήδη από την περασμένη εβδομάδα, στις 11 Μαΐου, τόσο ο κ. Τσακαλώτος, όσο και ο κ. Τζανακόπουλος μας ξεκαθάρισαν πως στο πολυνομοσχέδιο (δηλαδή στο Τέταρτο Μνημόνιο) δεν υπάρχει τέτοια πρόβλεψη περί μη εφαρμογής των μέτρων αν δεν υπάρξει λύση για το χρέος, διότι… «τέτοια ρήτρα σε νόμο δεν είναι δυνατή». Απλά (Τζανακόπουλος), είναι… σαφής ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΕΣΜΕΥΣΗ!
Και όταν ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύεται… ο λόγος του είναι συμβόλαιο!
Όπως ακριβώς δεσμεύονταν ότι δεν επρόκειτο να προνομοθετήσουν – και τώρα αυτό ακριβώς κάνουν! («Δεν υπάρχει θεσμική δυνατότητα νομοθέτησης «νόμων υπό αίρεση» στην Ελλάδα και οποιαδήποτε συζήτηση για προληπτικές δεσμεύσεις πρέπει να συνοδεύεται από μέτρα ελάφρυνσης του χρέους», ανέφεραν κυβερνητικές πηγές στον απόηχο της συνεδρίασης του Eurogroup στο Άμστερνταμ, στις 21 Απριλίου 2016. Ο ίδιος ο κ. Τσακαλώτος είχε τότε δηλώσει πως «όποια λύση και αν επιλεγεί θα συζητηθεί παράλληλα με το θέμα του χρέους»)…
Όπως ακριβώς έλεγαν πως δεν θα μειώσουν τις συντάξεις! (Τσακαλώτος, Βουλή, 27 Ιανουαρίου 2016: «Εμείς δεν επιλέγουμε να μειώσουμε τους μισθούς και τις συντάξεις και η διαφορά μας είναι κρυστάλλινη»).
Όπως ακριβώς έλεγαν πως δεν θα δεχθούν μείωση του αφορολογήτου! («Για μας, το θέμα του αφορολόγητου έχει κλείσει, δεν το επαναφέρουμε, δεν θα δεχθούμε μείωση του αφορολόγητου», δήλωσε, σύμφωνα με το ΑΠΕ, ανώτατος παράγοντας του υπουργείου των Οικονομικών προσερχόμενος στη συνάντηση με τους θεσμούς.
Ήταν δε τόσο ισχυρή η προηγούμενη «πολιτική δέσμευση» (περί μη προνομοθέτησης) που το έγραψε κιόλας ο κ. Τσακαλώτος, στις 7 Μαΐου 2016 στις επιστολή του προς τους Ευρωπαίους ομολόγους του: «Δεν υπάρχει συνταγματικά τρόπος να ψηφιστούν προληπτικά μέτρα στην Ελλάδα και με συζητήσεις που είχα με συναδέλφους, αυτό ισχύει και σε ορισμένα άλλα κράτη μέλη».
Και επίσης (Τσακαλώτος, Βουλή, 8 Δεκεμβρίου 2016): «Όσο για τα πρωτογενή πλεονάσματα και τα μέτρα που ζητάει το ΔΝΤ να ψηφιστούν σήμερα, ο κ. Τσακαλώτος, όχι μόνο επανέλαβε την θέση της κυβέρνησης ότι τα απορρίπτει, αλλά και ζήτησε από τα κόμματα να ξεκαθαρίσουν ότι και αυτά δεν συμφωνούν με τις απαιτήσεις του Ταμείου, ώστε να ενισχύσουν έτσι και την ελληνική διαπραγματευτική ομάδα στην τελική αυτή φάση της διαπραγμάτευσης. Εξήγησα στο Eurogroup ότι δεν υπάρχει περίπτωση να ψηφίσουμε τέτοια μέτρα και θα ήθελα και τη δική σας υποστήριξη, ώστε να πω ότι αυτή είναι η θέση της Βουλής, γιατί αυτό θα ήταν πολύ βοηθητικό σε όλη τη διαπραγματευτική ομάδα»…
Και επέμεινε: Στις 11 Δεκεμβρίου, μιλώντας στη Real News, ο Τσακαλώτος αφού κατέστησε σαφές ότι δεν θα υπάρξουν μέτρα για το 2019 και το 2020, είπε: «Να συμφωνήσουμε ίσως για παράταση του κόφτη, εάν χρειαστεί. Αλλά νέα μέτρα η κυβέρνηση δεν πρόκειται να νομοθετήσει»!
Και ξανά στις 13 Δεκεμβρίου 2016, μιλώντας στο Guardian, αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι η Αθήνα έχει συμφωνήσει με το αίτημα των εταίρων της στην ευρωζώνη να επιδιώξει πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ στην περίοδο μετά τη λήξη του προγράμματος.
Οπότε, μετά τη συνάντηση Τσίπρα – Μέρκελ (16 Δεκεμβρίου 2016), πληροφορηθήκαμε από κυβερνητικό αξιωματούχο ότι ο κ. Τσίπρας είπε στην κ. Μέρκελ πως «ό,τι και αν αποφασίσει να κάνει το ΔΝΤ, νέα μέτρα μετά τη λήξη του προγράμματος δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά».
Μετά, ο κ. Τσίπρας (ξανα)πήγε στο Ηράκλειο τη Κρήτης (20 Δεκεμβρίου 2016) και με ένα σαρίκι ριγμένο στους ώμους του, βροντοφώναξε: «Δεν θα τους κάνουμε τη χάρη να υποχωρήσουμε. Τέλος και ορίζοντας αυτής της συμφωνίας είναι, το αργότερο, τα μέσα του 2018. Από εκεί και πέρα δεν υπάρχουν άλλες δεσμεύσεις και μέτρα».
Οπότε επανήλθε και ο κ. Τσακαλώτος, στις 31 Δεκεμβρίου 2016, στην Καθημερινή: «Έχουμε κάνει ξεκάθαρο ότι δεν νομοθετούμε τώρα τέτοια μέτρα για μετά το 2018».
Και πάλι (22 Ιανουαρίου 2017) στο «Έθνος»: «Μόνο το ΔΝΤ ζητά εκ των προτέρων ψήφιση των μέτρων γιατί μόνο το ΔΝΤ αμφισβητεί ότι θα φτάσουμε στο 3.5% πρωτογενές πλεόνασμα το 2018. Είμαστε διατεθειμένοι να περιγράψουμε κάποιες κατηγορίες μέτρων τα οποία κατά την άποψη των δανειστών ενδεχομένως να χρειαστούν μετά το τέλος του προγράμματος» – θα έμενε δηλαδή στις… περιγραφές!).
Οπότε, στις 26 Ιανουαρίου 2017, πληροφορηθήκαμε επισήμως (ΑΠΕ) πως «η κυβέρνηση δεν πρόκειται να συναινέσει στη νομοθέτηση μέτρων εκ των προτέρων. Η ελληνική κυβέρνηση επιμένει πως δεν υπάρχει καμία περίπτωση ικανοποίησης παράλογων απαιτήσεων εκ μέρους των εταίρων, όπως για την νομοθέτηση τώρα μέτρων, προκειμένου να εφαρμοστούν μετά το 2018».
Και βέβαια, ο κ. Τσίπρας, ήδη από τις 6 Νοεμβρίου 2016 μας έλεγε πως στις 5 Δεκεμβρίου (του… 2015) ξεκινά η συζήτηση για το χρέος και εντός του πρώτου τριμήνου του 2017 (το οποίο, ως γνωστόν παρήλθε) θα εντάσσονταν και τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Και ο κ. Τζανακόπουλος μας έλεγε (13 Δεκεμβρίου 2016) πως ήσαν «εντελώς ανυποχώρητοι» ότι δεν συζητούν «τη συγκεκριμενοποίηση και τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου νομοθετικά για μετά το 2018, για μετά τη λήξη του προγράμματος».
Για να μην μιλήσουμε για το αλαλούμ δηλώσεων όσον αφορά στα εργασιακά, όταν ορκίζονταν ότι η εργασιακή κανονικότητα θα επέστρεφε άμεσα και τώρα ταπεινωτικά ξαναψηφίζουν το νόμο του 2011.
Ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, στη Βουλή, δήλωνε στις 24 Φεβρουαρίου 2017: «Το τέταρτο αυτό δεδομένο είναι ότι διαμορφώνεται η δυνατότητα -και αυτό ίσως να είναι κι ένα από τα σημαντικότερα θέματα της διαπραγμάτευσης στο τεχνικό πεδίο- επιστροφής της εργασιακής κανονικότητας πριν από το τέλος του τρέχοντος προγράμματος και πάντα στη βάση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου».
Στρίγγλιζαν, αλλά τελικά έγιναν αρνάκια!