Όταν κατέθεσα, τον Δεκέμβριο του 2011, στον Άρειο Πάγο τα χαρτιά για να αναγνωριστεί η «Δημιουργία, ξανά!» ως κόμμα, με εξυπηρέτησε μία υπάλληλος, λεπτούλα μικροκαμωμένη, γύρω στα 30…
ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΟ ΤΖΗΜΕΡΟ
ΠΡΟΕΔΡΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΞΑΝΑ
Έμεινα στο γραφείο της περίπου μια ώρα. Όλο αυτό το διάστημα η κοπέλα αυτή δεν περπάτησε καθόλου. Έτρεχε! Έτρεχε για το δικό μου και για 4-5 άλλα θέματα ταυτόχρονα, αν κρίνω από το ότι την καλούσαν από διάφορα γραφεία και απαντούσε: «ναι, έρχομαι αμέσως». Και μου ζητούσε κάθε φορά ευγενικά συγγνώμη που θα έλειπε για λίγο.
Την ίδια ώρα, στο ίδιο δωμάτιο, απέναντι από το δικό της γραφείο ήταν το «γραφείο» μιας άλλης κυρίας, ιδιαίτερα ευτραφούς, γύρω στα 50. Το βάζω σε εισαγωγικά διότι γραφείο είναι αυτό που γράφεις. Άρα κάτι πρέπει να έχει επάνω: χαρτιά, στυλό ή υπολογιστή. Εκείνο είχε μόνο τρία φλυτζάνια καφέ. Άλλες δύο υπάλληλοι είχαν φέρει τις καρέκλες τους και έκαναν πηγαδάκι γύρω του ρουφώντας με ηχηρή απόλαυση και μασουλώντας ακαταπαύστως κουλουράκια που βρίσκονταν σε μια σακούλα πάνω στο coffee table που αγοράστηκε από τον φορολογούμενο ως γραφείο.
Μου έκανε εντύπωση το θέμα της συζήτησης του coffee table: αν η ευτραφής κυρία θα έπρεπε να βάλει ασανσέρ στο εξοχικό της, διότι «τώρα με την σύνταξη θα μένουμε εκεί πολύν καιρό και ανέβα-κατέβα κουράζομαι. Μαζί με το υπόγειο είναι τρία πατώματα». Όση ώρα η μικρή το δέμας πιλαλούσε από γραφείο σε γραφείο, η παρέα του ασανσέρ εξέτασε όλα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του ανελκυστήρος, διανθίζοντάς τα με προσωπικές εμπειρίες από το εξοχικό της καθεμιάς.
Είμαι σίγουρος ότι όλοι μας έχουμε συναντήσει αυτούς τους δύο κόσμους, στα νταραβέρια μας με το Δημόσιο. Από τη μια ο/η Δημόσιος Υπάλληλος. Δηλαδή ένας άνθρωπος που εργάζεται πραγματικά για το δημόσιο καλό (ελπίζω σ’ αυτό να περιλαμβάνεται η ίδρυση της «Δημιουργίας»…) και είναι υπό-αλλήλων, δηλαδή στην υπηρεσία των αναγκών των άλλων. Από την άλλη, αυτός που νοιάζεται για τον εαυτό του και τον τοποθετεί πάνω από τους άλλους. Δηλαδή, ας μου επιτραπεί ο νεολογισμός, ο Ιδιωτικός Υπεράλληλος. Το πρόβλημα είναι ότι και οι δύο πληρώνονται από τους φόρους μας. Κι επιπλέον, ο Δημόσιος Υπάλληλος πληρώνεται το ίδιο με τον Ιδιωτικό Υπεράλληλο, μπορεί και λιγότερο. Διότι ο δεύτερος έχει τα κομματικά κονέ και την συνδικαλιστική κάλυψη, άρα και την καλύτερη εξέλιξη.
Όμως, κράτος χωρίς Δημόσιο και Δημοσίους Υπαλλήλους δεν μπορεί να υπάρξει. Αλλά καμία κυβέρνηση δεν είπε: «Δεν θα μειώσω οριζόντια τους μισθούς. Θα ξεχωρίσω τους Δημόσιους Υπαλλήλους από τους Ιδιωτικούς Υπεραλλήλους. Τους πρώτους θα τους ανταμείψω, τους δεύτερους θα τους απολύσω». Δεν το είπε για τρεις λόγους. Πρώτον, διότι το να αποφασίσεις μείωση τόσο τοις εκατό σε όλους, είναι μια απόφαση που από τεχνικής πλευράς παίρνεται εύκολα και εφαρμόζεται εύκολα. Το να βρεις όμως την ήρα ανάμεσα στο σιτάρι, ή μάλλον το σιτάρι ανάμεσα στην ήρα, θέλει πολλή δουλειά, πολλές ικανότητες και πολύ χρόνο. (Έναν τρόπο προσέγγισης του ζητήματος έχω προτείνει εδώ. Δεύτερον, διότι οι Ιδιωτικοί Υπεράλληλοι είναι τα δικά τους παιδιά! Και τρίτον, διότι η λέξη «απόλυση» στο Δημόσιο είναι το μέγα ταμπού της μεταπολίτευσης. Για το σύνολο σχεδόν των Ελλήνων, το Δημόσιο δεν είναι παραγωγός υπηρεσιών προς τον πολίτη αλλά ένα επαγγελματικό αραξοβόλι. Έτσι, είναι επόμενο, όταν συζητάμε για το Δημόσιο να έχουμε στο μυαλό μας τους δημοσίους υπαλλήλους: τον αριθμό τους, τις αμοιβές τους, τις συντάξεις τους.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερο λάθος. Όλες οι συζητήσεις κι όλες οι κυβερνητικές ενέργειες θα έπρεπε να έχουν ένα θέμα: το τι υπηρεσίες προσφέρει το Δημόσιο και πόσο κοστίζουν στον πολίτη. Και θα έπρεπε να έχουν έναν στόχο: να κάνουν αυτές τις υπηρεσίες ποιοτικότερες και φτηνότερες, αυτό που έχει καταφέρει η τεχνολογία σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας. Είναι αυτονόητο ότι με την τεχνολογία χρειάζεσαι λιγότερους ανθρώπους. Αυτό όμως συνεπάγεται λιγότερους φόρους και καλύτερες αμοιβές για τους αποδοτικούς δημόσιους υπαλλήλους. Στόχος κάθε κυβέρνησης θα έπρεπε να είναι η συνεχής μείωση των φόρων μέσω της αξιοποίησης της τεχνολογίας. Αν, για παράδειγμα, όλα τα δημόσια έγγραφα ήταν ψηφιοποιημένα δεν θε χρειαζόταν ούτε ένας υπάλληλος στα πάσης φύσεως αρχεία. Δεν θα χρειαζόσουν να μείνεις ούτε ένα λεπτό στην ουρά του γκισέ. Δεν θα έβγαινες καν από το σπίτι σου. Θα μπορούσες να τακτοποιείς όλες τις υποθέσεις σου διαδικτυακά, όπως γίνεται ήδη, εδώ και χρόνια, στην πρώην σοβιετική Εσθονία. «Τι θα γίνουν όλοι αυτοί ο άνθρωποι;» ρωτάνε κάποιοι δήθεν ανθρωπιστές (με τα λεφτά του άλλου). Η απάντηση είναι απλή: πλούσιοι! Θα γίνουν πλούσιοι, με το σπαθί τους, σε μια ιδιωτική οικονομία, που απαλλαγμένη από την φοροκαταιγίδα θα γνωρίζει εκρηκτική ανάπτυξη. Θα γίνουν πλούσιοι όπως έχουν γίνει πλούσιοι όλοι οι εργαζόμενοι των ελεύθερων, ευπροσάρμοστων οικονομιών που καταργούν θέσεις εργασίας χαμηλής παραγωγικότητας και τις αντικαθιστούν με περισσότερες θέσεις υψηλής. Πλούσιοι, αν θέλουν να δουλέψουν και να μοχθήσουν. Αν δεν θέλουν, και νομίζουν ότι δικαιούνται και σπίτια και εξοχικά επειδή βάζουν τρεις σφραγίδες τη μέρα ανάμεσα στον καφέ, τα κουλουράκια και τις συζητήσεις για το ασανσέρ, λυπάμαι θα υποφέρουν.
Δεν υπάρχει ούτε ένας λόγος για τον οποίο θα πρέπει ο άνεργος να πληρώνει 24% ΦΠΑ για να εξακολουθεί να σιτίζεται από το Δημόσιο η παρέα του ασανσέρ. Αντιθέτως υπάρχουν πολλοί λόγοι για να μην τιμωρηθεί η φιλότιμη, εργατική και ευγενική υπάλληλος του πρώτου γραφείου με οριζόντιες μειώσεις. Διότι το κράτος χρειάζεται ανθρώπους με υψηλά προσόντα, μεγάλη παραγωγικότητα και αντίστοιχες αμοιβές. Όσους ήδη έχει, πρέπει να τους διαφυλάξει ως κόρην οφθαλμού. Σώστε λοιπόν τους πραγματικούς Δημοσίους Υπαλλήλους. Απαλλάξτε τους από το βάρος των Ιδιωτικών Υπεραλλήλων.