OLYMPUS DIGITAL CAMERA

«Το Νόμπελ Λογοτεχνίας είναι κομμένο και ραμμένο για συγγραφείς σαν τον Καζαντζάκη!»

σε Ελλάδα/Πολιτισμός/Συνεντεύξεις

Προσωπικές μαρτυρίες, επιστολές, άρθρα, αποσπάσματα από βιβλία και έγγραφα-ντοκουμέντα συνθέτουν ένα πολύχρωμο παζλ, που θα μπορούσε να αποτελεί ένα ευφάνταστο μυθιστόρημα, αλλά δεν είναι παρά η ιστορική αλήθεια…

ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΤΕΛΛΑ ΑΥΓΟΥΣΤΑΚΗ

O Νίκος Αρκουδέας μίλησε στο «Άρθρο» για το βιβλίο του που πραγματεύεται την οδύσσεια του πνευματικού και πολιτικού κόσμου της Ελλάδας στον 20ό αιώνα, του Νίκου Καζανζάκη.

Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Αρχικά, ο θυμός. Όλο αυτό το μένος εναντίον του Καζαντζάκη με εκνεύρισε αφάνταστα. Η ελληνική πολιτεία όφειλε να προστατεύσει τον δημιουργό που το έργο του, μέσω του Ζορμπά, έγινε συνώνυμο της Ελλάδας. Εδώ συνέβη το ακριβώς αντίθετο, και υπάρχουν όλα τα στοιχεία που το αποδεικνύουν. Η ελληνική πολιτεία όχι μόνον έστρεψε τα νώτα της στον Κρητικό συγγραφέα, αλλά εμπόδισε με κάθε μέσο τη βράβευσή του με Νόμπελ Λογοτεχνίας. Εμπόδισε ακόμα και την επιστροφή του στην Ελλάδα από την Ουνέσκο, με αποτέλεσμα ο Καζαντζάκης να ζήσει τα δέκα τελευταία χρόνια στην Αντίπολη (Αντίμπ) της Γαλλίας.

Για τέτοιες ακρότητες μιλάμε! Ακόμα και στο τέλος της ζωής του, όταν ο Καζαντζάκης είχε αρχίσει να γίνεται οικουμενικός, η ελληνική πολιτεία τον αγνόησε. Το 1956, όταν του απονεμήθηκε το Βραβείο Ειρήνης στη Βιέννη, δεν παρέστη καν ο εκεί Έλληνας πρέσβης, ως όφειλε, έχοντας προφανώς λάβει τις κατάλληλες οδηγίες.

Άξιζε να πάρει το Νόμπελ ο Καζαντζάκης;
Το Νόμπελ Λογοτεχνίας είναι κομμένο και ραμμένο για συγγραφείς σαν τον Καζαντζάκη, δηλαδή για συγγραφείς που ενδιαφέρονται συνολικά για τον άνθρωπο. Μην ξεχνάμε ότι κεντρικό στοιχείο της κοσμοθεωρίας του Κρητικού συγγραφέα είναι «ο ανήφορος», η συνειδησιακή εξύψωση του ανθρώπου. Ανθρώπους σαν αυτόν είχε στο νου του ο Άλφρεντ Νόμπελ όταν θέσπιζε το βραβείο. Το αποκάλυψε η γυναίκα που κατόρθωσε να τον γοητεύσει, η κόμισσα Βέρθα Κίνσκυ, η οποία είπε: «(Ο Νόμπελ) Πίστευε ολόψυχα στο αφηρημένο ιδανικό μιας μελλοντικής ανώτερης ανθρωπότητας. “Όταν κάποτε άνθρωποι με εξελιγμένο λογισμό θα ’ρχονται στον κόσμο”, μου εκμυστηρεύτηκε κάποια στιγμή».

Ο Νόμπελ ήταν ευφυής άνθρωπος, μοναχικός, με προοδευτικές αντιλήψεις για την εποχή του. Αγαπούσε πολύ τη λογοτεχνία και ζούσε ασκητικά. Όπως και ο Καζαντζάκης. Αν συναντιόντουσαν οι δυο τους, θα τα έβρισκαν μέσα σε λίγα λεπτά. Στο σημείο αυτό φάνηκε πόσο η Σουηδική Ακαδημία και οι επιτροπές της έχουν απομακρυνθεί από τη σκέψη του εμπνευστή τους.

Εκτός από το προσωπικό του όφελος, σε τι θα ωφελούσε τη χώρα αυτή η βράβευση;
Ιδιαίτερο προσωπικό όφελος ο Καζαντζάκης δεν είχε. Πίστευε ότι η βράβευσή του θα έδινε χαρά στην Ελλάδα, σε μια δύσκολη ιστορική συγκυρία, και στη γενέτειρά του, την Κρήτη. Ήθελε φυσικά να εξασφαλίσει τη σύντροφό του, την Ελένη, που ήταν βράχος πλάι του τόσα χρόνια, παρά την πείνα και τις διώξεις που είχαν υποστεί. Το μόνο ίσως όφελος που φύλαγε για τον εαυτό του ήταν πως θα ταξίδευε σε μέρη που ήθελε διακαώς να ταξιδέψει, στη Λατινική Αμερική, στην Ινδία, και αλλού.

Τα ταξίδια για τον Καζαντζάκη αποτελούσαν μέρος της πνευματικής του τροφής. Ωστόσο, μια διάκριση με τόσο ισχυρό συμβολισμό θα ωφελούσε πολύ τη μετεμφυλιακή Ελλάδα. Θα βοηθούσε να ακουστούν οι φωνές όλων εκείνων που επεδίωκαν τη γεφύρωση των διαφορών και την επούλωση των τραυμάτων. Θα ήταν μια ένεση αισιοδοξίας, που θα βοηθούσε τη χώρα να προχωρήσει μπροστά. Μια ψυχολογική ενθάρρυνση που ποτέ δεν ήρθε. Με τόσες ασχήμιες, δεν πρέπει να απορούμε για το πώς φτάσαμε στο σημερινό κατάντημα.

Το χαμένο Νόμπελ
Κώστας Αρκουδέας
Εκδόσεις Καστανιώτη
Την άνοιξη του 1947, ενώ η Ελλάδα σπαράσσεται από τον Εμφύλιο, ο Νίκος Καζαντζάκης θέτει από κοινού υποψηφιότητα με τον Άγγελο Σικελιανό για το Νόμπελ λογοτεχνίας.

arkoudeas5936-7

Η υποψηφιότητά του συσπειρώνει το συντηρητικό κατεστημένο της εποχής, που βλέπει στο πρόσωπο του Κρητικού συγγραφέα έναν από τους μεγαλύτερούς του εχθρούς. Εναντίον του επιστρατεύονται όλα τα μέσα, θεμιτά και αθέμιτα, προκειμένου να αποφευχθεί η βράβευσή του. Από την άλλη, ο Καζαντζάκης προσπαθεί μόνος του για μια δεκαετία να κατακτήσει το Νόμπελ, αντιμετωπίζοντας θεούς και δαίμονες.

Στο βιβλίο αυτό συναντάμε προσωπικότητες όπως ο Παλαμάς, ο Καβάφης, ο Σεφέρης, ο Ελύτης και ο Ρίτσος, αλλά και διάσημους νομπελίστες όπως ο Έσσε, ο Ζιντ, ο Έλιοτ, ο Χέμινγουεϊ και ο Καμύ. Πάνω απ’ όλα, όμως, γινόμαστε μάρτυρες της οδύσσειας του πνευματικού και πολιτικού κόσμου της Ελλάδας στον 20ό αιώνα, που διήλθε μέσα από τις συμπληγάδες των αντιθέσεων και διαμόρφωσε τις συνθήκες των ημερών μας.

Ο Κώστας Αρκουδέας γεννήθηκε στην Αθήνα την Καθαρά Δευτέρα του 1958. Μετά από πολλές περιπλανήσεις, επέστρεψε στην πρωτεύουσα και εργάστηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού, στο οποίο παραμένει μέχρι σήμερα. Δημοσίευσε για πρώτη φορά το 1986 τη συλλογή ιστοριών Άσ’ τον Μπομπ Μάρλεϋ να περιμένει. Στη συνέχεια εξέδωσε την τριλογία Η πόλη με τα χίλια πρόσωπα (1987) και το μυθιστόρημα με εγκιβωτισμένα διηγήματα Το τραγούδι των τροπικών (1988). Ακολούθησαν τα μυθιστορήματα Τα κατά Αιγαίον πάθη (1994), Ποτέ τον ίδιο δρόμο (1999), Ο πειρατής (2003), Ο Μεγαλέξανδρος και η σκιά του (2004), Ο αριθμός του Θεού (2008) και Παράφορο πάθος (2013).

Εξέδωσε ακόμα τις νουβέλες Και πρόσεχε να μην πετρώσεις (1996), Και τώρα δεν είναι αργά (2014), τη συλλογή διηγημάτων Όλες οι μέρες Κυριακή (2000), το απάνθισμα μικρών κειμένων Τα σιγκλάκια (2010) και το παραμύθι Η πολύχρωμη σβούρα (2013). Το χαμένο Νόμπελ – Μια αληθινή ιστορία (2015) είναι η τελευταία του δουλειά.

 

Tags:

Αφήστε μια απάντηση

Your email address will not be published.

*