ΠΟΛΙΤΙΚΗ / ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ / ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ / ΥΓΕΙΑ / ΕΠΙΣΤΗΜΗ

ÁÈÇÍÁ - ÓÕÍÁÍÔÇÓÇ ÔÏÕ ÐÑÏÅÄÑÏÕ ÔÇÓ ÍÄ ÊÕÑ. ÌÇÔÓÏÔÁÊÇ ÌÅ ÔÏ ÄÓ ÔÏÕ ÓÅËÐÅ(EUROKINISSI/ÃÉÙÑÃÏÓ ÊÏÍÔÁÑÉÍÇÓ)

Υποχρέωση της ΝΔ η μηδενική ανοχή στον ΣΥΡΙΖΑ

σε Ελλάδα/Πολιτική

Πολλοί αιφνιδιάζονται με την κατηγορηματική άρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, έτσι όπως αυτή εκφράζεται τις τελευταίες ημέρες, να συναινέσει σε κάθε σενάριο «βοήθειας» της αξιωματικής αντιπολίτευσης προς την κυβέρνηση, προκειμένου να περάσουν τα μέτρα, να μην διασαλευθεί η πορεία της χώρας και να συνεχιστεί ομαλά η οικονομική και πολιτική λειτουργία της Ελλάδας. Ωστόσο, παρότι εκ πρώτης όψεως ο πρόεδρος της ΝΔ φαίνεται να εφαρμόζει ό,τι έκαναν και όλοι οι προκάτοχοί του στην θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η κατάσταση τώρα είναι εντελώς διαφορετική. Και αυτονοήτως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης όχι μόνο δεν έχει κανένα άλλο περιθώριο, αλλά έχει και συντριπτική υποχρέωση να μην παράσχει κανενός είδους βοήθεια προς την κυβέρνηση, όσο μεγάλες κι αν είναι αυτή τη φορά οι προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει ο Αλέξης Τσίπρας και το Μέγαρο Μαξίμου.
Πολλοί πολίτες και δημοσιολογούντες, είτε από ειλικρινή απορία, είτε θέλοντας να λοιδορήσουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τον παρομοιάζουν με το Γιώργο Παπανδρέου που δεν έδωσε συναίνεση στον Κώστα Καραμανλή το 2008 όταν ενέσκηψε η οικονομική κρίση ή με την «έξαλλη» αντιπολίτευση που άσκησε με τα «Ζάππεια» στο ΠΑΣΟΚ ο Αντώνης Σαμαράς ή ακόμη και με την… απολύτως ακραία αντιπολιτευτική τακτική που ακολουθούσε ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά και υπάρχουν πολλά δείγματα τα οποία υπαγορεύουν στον Κυριάκο Μητσοτάκη το περίφημο «δόγμα της μηδενικής ανοχής» ως το τέλος. Έως ότου, δηλαδή, υπάρξει με κάποιον τρόπο πολιτική αλλαγή.

«Όχι» σε όλα, αλλά…
Βεβαίως, εκ πρώτης όψεως, η πολιτική τοποθέτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έτσι όπως έχει προκύψει από τις τελευταίες δημόσιες δηλώσεις του, δεν μοιάζει πολύ από το «όχι σε όλα» που έλεγαν οι προκάτοχοί του. Ο πρόεδρος της ΝΔ έχει αρνηθεί να μπει στο «εθνικό μέτωπο κατά των μέτρων», που επισταμένως έχει ζητήσει να δημιουργηθεί τόσο ο Αλέξης Τσίπρας, όσο και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος -ως μη όφειλε, ο τελευταίος. Επίσης, στα διάφορα σενάρια για υπερψήφιση μέτρων με 180 βουλευτές, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ομοίως ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να στηρίξει μια τέτοια ενέργεια. Παράλληλα, ο πρόεδρος της ΝΔ έχει δηλώσει ότι ακόμη κι αν η κυβέρνηση χάσει την δεδηλωμένη στη Βουλή και δεν επαρκούν οι βουλευτές για να ψηφιστούν τα μέτρα, η ΝΔ δε θα βάλει πλάτη. Δε θα κάνει, μ’ άλλα λόγια, ό,τι έκανε η ΝΔ επί Βαγγέλη Μεϊμαράκη (και υπό εντελώς διαφορετικές συνθήκες) το καλοκαίρι του 2015, όταν η χώρα βρέθηκε μία ανάσα πριν το χείλος της χρεοκοπίας. Αντιθέτως, στην περίπτωση απώλειας της δεδηλωμένης της κυβέρνησης στη Βουλή, η ΝΔ θα καταψηφίσει τα πάντα, προκειμένου να πέσει η κυβέρνηση και να αναγκαστεί ο Αλέξης Τσίπρας να προκηρύξει εκλογές.

Τίποτα δεν είναι όπως παλιά…
Είπαμε: εκ πρώτης όψεως, η απολύτως αρνητική στάση του Κυριάκου Μητσοτάκη μοιάζει με αντίστοιχες πολιτικές συμπεριφορές προκατόχων του. Ωστόσο, τα πράγματα είναι απολύτως διαφορετικά και τίποτα δεν είναι όπως παλιά. Στην εξουσία βρίσκεται μία κυβέρνηση η οποία, όσο κι αν δεν φαίνεται εμφανώς προς τα έξω, “ξηλώνει” κάθε μέρα που περνάει οτιδήποτε θετικό έγινε τα προηγούμενα χρόνια. Έχει «αλλεργία» προς τις μεταρρυθμίσεις, προσπαθεί να βάζει προσκόμματα και εμπόδια σε κάθε είδους ιδιωτικοποίηση και κάθε ρύθμιση που φέρνει στη Βουλή δείχνει ότι δεν έχει καμία ιδέα του τρόπου που λειτουργεί η αγορά και των αναγκών που έχουν πραγματικά οι επενδυτές και οι επιχειρήσεις για να λειτουργήσουν σε ένα βιώσιμο οικονομικό περιβάλλον.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, πρόκειται για μία κυβέρνηση η οποία, υπό τον μανδύα της αριστερής «κεϋνσιανής» οικονομικής θεώρησης, «ξηλώνει» την βασικότερη -και πλέον επώδυνη- μεταρρύθμιση που έγινε από την ένταξη της χώρας στο Μνημόνιο ως σήμερα: τη μείωση του κράτους. Κάθε μέρα που περνά, ο ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί νέες Γενικές Διευθύνσεις και Γραμματείες και για κάθε πρόβλημα που παρουσιάζεται στο πεδίο της διακυβέρνησης, η απάντηση όλων των κυβερνητικών στελεχών είναι η ίδια: «να φτιάξουμε μία δημόσια υπηρεσία να το αντιμετωπίσει». Και φυσικά, κάθε κρατική δομή που συστήνεται ή… επανασυστήνεται, «ξεχειλώνει» το κόστος του σπάταλου και αντιπαραγωγικού Δημοσίου. Και στη συνέχεια, ως γνωστόν, αυτό το κόστος καλείται να το πληρώσει με υπέρογκους και δυσβάσταχτους φόρους ο ιδιωτικός τομέας, για να συντηρήσει το αλυσιτελές και αναποτελεσματικό Δημόσιο. Γενικώς, οι σπατάλες και τα έξοδα του κράτους έχουν πολλαπλασιαστεί και η παρούσα κυβέρνηση δείχνει ότι δεν έχει κανέναν σεβασμό στο κάθε ευρώ που με ιδρώτα δίνουν οι μισθωτοί, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι επιχειρηματίες -όσοι, δηλαδή, προσπαθούν μετά βίας να επιβιώσουν στην ζούγκλα της «αγοράς». Ενδεικτικό είναι ότι πληρώνονται κανονικά με 14 μισθούς οι εργαζόμενοι στην κρατική βιομηχανία ζάχαρης για να εργάζονται… τρεις μήνες τον χρόνο (τη «σεζόν» που παράγεται η ζάχαρη), ενώ η κυβέρνηση κατάφερε το… φοβερό και στην ΕΡΤ: να έχει «φορτωθεί» με περισσότερους από 2.500 εργαζόμενους (δηλαδή όσους είχε επί «λουκέτου» Σαμαρά) και το τελικό προϊόν που βγαίνει προς τα έξω να είναι… χειρότερο από αυτό που εκπεμπόταν πριν… κλείσει!

«Όχι» στην πορεία φθοράς
Με άλλα λόγια, η μεγάλη διαφορά που υπαγορεύει στον Κυριάκο Μητσοτάκη, υπό τύπον «εθνικής υποχρέωσης» να λέει «όχι σε όλα» έως ότου πέσει η κυβέρνηση, είναι ότι σε αντίθεση με την προηγούμενη κυβέρνηση, αυτή η κυβέρνηση «ξηλώνει» όλα τα θετικά και πηγαίνει πίσω τη χώρα. Με άλλα λόγια, πατάει διαρκώς «γκάζι» σε μία πορεία φθοράς, που οδηγεί τη χώρα ξανά στον γκρεμό σε διαρθρωτικό και στρατηγικό επίπεδο -παρά την πρόσκαιρη και συγκυριακή βελτίωση των οικονομικών δεικτών.
Σε αντίθεση με την προηγούμενη, που, αν αφηνόταν να ολοκληρώσει το έργο της, σήμερα η Ελλάδα θα ήταν εκτός Μνημονίου και οι ζωές μας απολύτως διαφορετικές…

Αφήστε μια απάντηση

Your email address will not be published.

*

Πρόσφατα από Ελλάδα

Go to Top