ΠΟΛΙΤΙΚΗ / ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ / ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ / ΥΓΕΙΑ / ΕΠΙΣΤΗΜΗ

11_13_2015022014244605611424508695

Περί Μνημονίων και Ευρωπαίων θέσεων

σε Ελλάδα/Πολιτική

Χρειάζεται γνώση οικονομικών και ανάλυση δεδομένων προ οιουδήποτε θετικού ή αρνητικού συμπεράσματος…

ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΤΟ

Με αφορμή την πολυσυζητημένη δεύτερη αξιολόγηση, δημιουργείται η ανάγκη ανάλυσης των οικονομικών «φαινομένων», των επικριτικών επιχειρημάτων, τα οποία χωρίς γνώση της οικονομικής επιστήμης, είναι εύκολο να παραπλανηθείς και να παρερμηνεύσεις τα όποια οικονομικά αποτελέσματα. Ένα από αυτά είναι η αθώα και τόσο διαδεδομένη λέξη «Μνημόνιο», η οποία δεν σημαίνει τίποτε περισσότερο από μια συμφωνία. Το γεγονός ότι κάποια οικονομικά κεφάλια πολιτικών μας, κατόρθωσαν να μας εισάγουν σε Μνημόνιο, συνδέοντάς το με λιτότητα που μας οδηγεί σε εξαχρείωση, λόγω λανθασμένης εκτέλεσής του, δεν πρέπει να το δαιμονοποιούμε και να κατηγορούμε συγχρόνως τους ευρωπαίους εταίρους μας, για δυσμενή αντιμετώπισή μας.
Ο λόγος είναι από απλός, μέχρι αυτονόητος, για όσους γνωρίζουν στοιχειώδη οικονομικά και με τις εκλαϊκευμένες εξηγήσεις που θα δώσω εδώ, θα γίνουν όλα αντιληπτά από όλους, τους καλόπιστους τουλάχιστο, διότι μέρος των αρνητικών νοήσεων αποτελούν επιχειρήματα σκοπιμότητας, για να το πούμε ευγενικά. Για αρχή θα επαναλάβω αυτό που έχει ειπωθεί κατά κόρον, ότι δεν είναι τα μνημόνια που έφεραν την κρίση, αλλά η κρίση που έφερε τα μνημόνια. Το πρόβλημά μας ήταν το μεγάλο οικονομικό έλλειμμα, το οποίο έπρεπε να μηδενιστεί από δικά μας έσοδα.
Τι είναι λοιπόν το Μνημόνιο; Μια συμφωνία, ένα πρόγραμμα διάρκειας τριών χρόνων (ήταν το πρώτο), της χώρας μας με τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να μας δανείσουν τα χρήματα που χρειαζόμαστε για να αντιμετωπίσουμε τις ανάγκες μας, τα οποία ήταν 130 δις, τα οποία δανείστηκαν από την «αγορά» για να μας τα δώσουν και μάλιστα αρκετά κράτη μέλη, το επιτόκιο που μας χρέωναν ήταν μικρότερο από αυτό που τα ίδια τα κράτη πλήρωναν. Τώρα είναι 0,39%. Μπορεί κάτι τέτοιο να θεωρηθεί εχθρική αντιμετώπιση; Ασφαλώς όχι! Όπως σε κάθε λογική συμφωνία, μας έβαλαν και μερικούς όρους, κυριότεροι των οποίων ήταν, η μείωση του ελλείμματος, ή η αύξηση των εσόδων, να γίνει, το ένα τρίτον από φόρους και τα δύο τρίτα από περικοπή δαπανών. Δυστυχώς δεν ακολουθήθηκε έτσι το πρόγραμμα αρχικά, διότι δίσταζαν να τα βάλουν με την ιερή αγελάδα, το δημόσιο και έτσι έπληξαν την κότα με τα χρυσά αυγά, δηλαδή τον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος είναι εκείνος που τροφοδοτεί το δημόσιο με χρήματα για τα δικά του έξοδα.
Ο οργανισμός που δημιουργήθηκε στην Ε.Ε. για την διεκπεραίωση αυτών των δανείων και για να παρακολουθούν την πορεία του προγράμματος, αρχικά ήταν ο EFSM και τώρα είναι ο ESΜ. Η παρακολούθηση αυτή γίνεται με την λεγόμενη Τρόικα, η οποία αποτελείτο από τρία μέλη τα οποία εκπροσωπούσαν την Commission, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ, τα οποία τώρα έγιναν τέσσερα για να εκπροσωπηθεί και ο ESM. Η Τρόικα λοιπόν ή τώρα το Κουαρτέτο, οι θεσμοί επί το ορθότερο, έρχονται κατά καιρούς και συναντώνται με τους αντίστοιχους υπουργούς και παράγοντες των εμπλεκομένων υπουργείων, για να διαπιστώσουν αν το πρόγραμμα εκτελείται κανονικά και προβαίνουν σε διορθωτικές προτάσεις.
Αν τα προγράμματα εκτελούνταν κανονικά, σύμφωνα με τα συμφωνηθέντα, θα είχαμε τελειώσει με τα Μνημόνια και την ανάγκη για δανεισμό από την Ε.Ε., από το 2014. Όμως για λόγους αδυναμίας ή έλλειψη θέλησης ή σε κάθε περίπτωση για δικούς μας λόγους, τα προγράμματα ξέφευγαν των συμφωνηθέντων και τότε η Κυβέρνηση το έριχνε στους εταίρους μας, τους οποίους αποκαλούν υποτιμητικά «δανειστές». Παρόλο που μας δανείζουν δεν είναι πρέπον να τους αποκαλούμε δανειστές, διότι τα δάνεια που μας χορηγούν είναι χαριστικά για να μας βοηθήσουν να βγούμε από την κρίση. Αν ένας φίλος σε δανείσει για να αντιμετωπίσεις μια επείγουσα ανάγκη σου, δεν μπορείς να τον αποκαλέσεις δανειστή, διότι υποτιμάς τόσο τον ίδιο όσο και την φιλική πράξη του.
Όταν ακούς ότι οι «δανειστές» μας πιέζουν για επί πλέον μέτρα, δεν είναι παρά «προφάσεις εν αμαρτίαις», επειδή για κάποιους λόγους δεν πέτυχες το σκοπό εγκαίρως και με το σωστό τρόπο. Το εγκαίρως γίνεται εύκολα αντιληπτό. Ο σωστός τρόπος όμως είναι το πρόβλημα το οποίο δεν γίνεται αμέσως αντιληπτό. Το πρωτογενές πλεόνασμα, δηλαδή το πλεόνασμα των εσόδων – εξόδων του κράτους, χωρίς τις δανειακές υποχρεώσεις, δεν είναι δυνατό να επιτυγχάνεται συνεχώς από περικοπή δαπανών και φόρους, διότι κάτι τέτοιο έχει ημερομηνία λήξεως, πέραν της οποίας είναι αδύνατο πλέον να εισπράξει φόρους και να περικόψει μισθούς και συντάξεις, διότι τότε θα μας θυμίσει το γάιδαρο του Χότζα, που μόλις το έμαθε να μην τρώει, ψόφησε.
Για να πετύχουμε υγιές πλεόνασμα, τούτο πρέπει να προέρχεται από την ανάπτυξη, η οποία θα αυξήσει τον πλούτο της χώρας, με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα έσοδα από υγιείς φόρους και θα μειωθεί η ανεργία, η οποία θα αυξήσει την κατανάλωση και έτσι ξανά θα αυξηθούν οι υγιείς φόροι, ΦΠΑ κλπ. Το ποσοστό λοιπόν που μας χρειάζεται για να καλύψουμε τους τόκους των δανείων μας, μέχρι το έτος 2022, είναι το πολυσυζητημένο τριάμισι (3,5%) τις εκατό ή περί τα έξι (6) δις ευρώ. Μετά που θα χρειαστεί να πληρώνουμε και χρεολύσιο, οι δυσκολίες αυξάνονται και οφείλουμε από τώρα να το λάβουμε υπόψη, συμπεριλαμβανομένου της πολυσυζητημένης ρύθμισης, με την επιμήκυνση του χρόνου και μείωση του επιτοκίου. Αυτό έχει συμφωνηθεί αλλά μόνο αφού αποδειχθούμε συνεπείς.
Τα «επικριτικά» επιχειρήματα ένθεν κακείθεν, που αναφέρονται στον τίτλο, από τα πιο πάνω, πιστεύω ότι μπορούν να εξαχθούν εύκολα, ιδιαίτερα όποιοι ομιλούν για υψηλά πλεονάσματα, μεταφράζοντάς τα μόνο σε φόρους και περικοπές.

Αφήστε μια απάντηση

Your email address will not be published.

*

Πρόσφατα από Ελλάδα

Go to Top