Τις ημέρες αυτές εορτάσαμε παγκοσμίως την ημέρα του περιβάλλοντος. Με την ευκαιρία αυτή, θα υπενθυμίσω μερικά λόγια που είχε πει ο Ζαν-Μαρί-Λεν (βραβείο Νόμπελ για τη χημεία, το 1987) και δημοσιεύτηκαν σε τεύχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τίτλο: «Ανθρωπότης – Φύση – Τεχνολογία»…
ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΥΓΕΝΙΟ ΧΑΤΖΟΥΔΗ,
ΠΡΩΗΝ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΥ
Πρόκειται για έναν τίτλο που ήταν στην ουσία η τριλογία των εννοιών που είχε θέσει η ΕΧΡΟ του Ανόβερου το 2000 για τις προκλήσεις που είχαμε μπροστά μας, για το νέο αιώνα. Είχε πει λοιπόν ο Ζαν-Μαρί Λεν: «Στην ιστορική προοπτική, η ανάδυση της επιστήμης είναι το αποτέλεσμα της εξέλιξης, η οποία οδήγησε σ’ ένα είδος -το ανθρώπινο- το οποίο ανέπτυξε προοδευτικά την ικανότητα να πάρει στα χέρια του τη μοίρα του. Χωρίς την παρουσία μιας φυσικής ή προκληθείσης καταστροφής, το ανθρώπινο είδος θα καταλήξει αναπόφευκτα, να ελέγχει και τη δική του εξέλιξη. Ας είμαστε όμως σαφής: Αν αποκτήσει αυτήν την ικανότητα θα γίνει χρήση της, αργά ή γρήγορα, για το καλό ή το κακό. Είναι σίγουρα ακόμη κάτι μακρινό, αλλά πρέπει να έχουμε το νου μας και γι’ αυτήν την περίπτωση. Στο κάτω-κάτω κάτι τέτοιο είναι πολύ φυσικό, γιατί είναι η φυσική εξέλιξη που οδήγησε σ’ ένα είδος, το ανθρώπινο, ικανό να αντικαθιστά την τυχαία εξέλιξη, με μία ελεγχόμενη εξέλιξη».
Ως προς τον Άνθρωπο τώρα, και τη Φύση, θα ένοιωθε κανείς πιο ελπιδοφόρα για το μέλλον, αν έβλεπε τον άνθρωπο να καταναλώνει λιγότερο χρόνο, με το να θέλει να καταστρατηγήσει τη Φύση και περισσότερο να γεύεται τα καλά της, εκτιμώντας την ανωτερότητά της. Δεν ξέρω για ποια από τα δύο καταναλώνει περισσότερο χρόνο. Είναι σίγουρο όμως ότι παίζει και στα δύο ταμπλό, με μάλλον πρώτη την καταστρατήγηση. Πολλές από τις «καταστρατηγήσεις» αυτές, γίνονται για το καλό της ανθρωπότητας, που όμως δεν συμμερίζονται όλοι. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η πρόσφατη αντιπαράθεση για τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς (Γ Τ Ο) μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΗΠΑ). Για το θέμα αυτό υπάρχουν αντίθετες ρυθμίσεις στα δύο μέρη. Στις ΗΠΑ τα προϊόντα αυτά θεωρούνται το ίδιο ασφαλή, όπως τα συμβατικά προϊόντα, και δεν προβλέπεται διαδικασία αδειοδότησης για τη διάθεση στην αγορά. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση αντίθετα προβλέπεται αυστηρή διαδικασία. Για να ξεπεράσουν το πρόβλημα αυτό οι ΗΠΑ, πρότειναν μία «κανονιστική συνεργασία» που όπως ισχυρίζονται όσοι την έχουν δει, οι εταιρίες που παράγουν τα προϊόντα αυτά, αποκτούν εξουσίες, σχετικά με την καθιέρωση κανόνων για την προστασία του περιβάλλοντος, της δημόσιας υγείας και των καταναλωτών, σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα. Στην Γαλλία ο πρόεδρος Ολάντ μίλησε ήδη αρνητικά για την πρόταση των Αμερικανών.
Στην Ευρώπη το θέμα θα τεθεί στη διάσκεψη κορυφής στις 28-29 Ιουνίου και ότι συμφωνηθεί θα πρέπει να κυρωθεί από τα Εθνικά Κοινοβούλια, πριν από το τέλος του 2016. Εκεί θα βρίσκεται και η Ελλάδα, που θα πρέπει να αποφασίσει με ποιούς θα συμπαρασταθεί. Υπέρ ή Κατά;
Και για να πάρει θέση ο πρωθυπουργός, δύο πράγματα κατά τη γνώμη μου μπορεί να κάνει: Ή να συνταχθεί με κράτη που τα θεωρεί «συγγενικά» με τις ιδέες του, ή το σωστότερο, να ερωτήσει τους ειδικούς επιστήμονες της χώρας. Όχι αυτούς που λειώνουν τις σόλες τους, στους προθαλάμους των υπουργικών γραφείων, αλλά αυτούς που ξημεροβραδιάζονται στους πάγκους των εργαστηρίων. Θα τελειώσω γενικά για το περιβάλλον, με τα λόγια του Βέρνερ Άρμπέρ (βραβείο Νόμπελ στη Φυσιολογία, η Ιατρική του 1978) δημοσιευμένα στο ίδιο τεύχος που ανέφερα στην αρχή: «Ως άνθρωπος είμαι ευχαριστημένος που κατάλαβα ότι δεν μπορούμε να κατέχουμε τελείως τη φύση, σε όλες τις πλούσιες και διαφορετικές λειτουργίες της. Θα πρέπει μάλλον να δραστηριοποιηθούμε με υπευθυνότητα για τις δικές μας ζωές, γα τη ζωή της ανθρώπινης κοινωνίας και για ένα πλούσιο περιβάλλον, το οποίο αποτελεί το ανεξάντλητο υπόστρωμα της ύπαρξης μας. Η επιστήμη μπορεί να συμβάλλει στην ενδυνάμωση του αισθήματος, της υπευθυνότητας, δίνοντάς μας μία βαθύτερη γνώση των φυσικών μηχανισμών, των στρατηγικών και της εξέλιξης της φύσης. Με την αυξανόμενη εξάρτηση από τις τεχνολογικές εφαρμογές που χρησιμοποιούμε για την καλυτέρευση της ζωής μας, δεν πρέπει να ξεχνάμε τις πιθανές επιπτώσεις των πράξεών μας. Έχουν τεθεί φυσικά όρια στην ανθρώπινη εξάπλωση και θα είναι σοβαρό καθήκον για τις μελλοντικές γενεές να διασφαλίσουν ικανοποιητικές συνθήκες διαβίωσης για όλα τα μέλη της ανθρώπινης κοινωνίας, και να διατηρούν ένα στέρεο, ανανεώσιμο υπόστρωμα, για την εξέλιξη του πολιτισμού μας. Αυτό απαιτεί βαθύ σεβασμό για το περιβάλλον, και ειδικότερα μία πλούσια βιολογική και γενετική ποικιλία, καθώς και συνθήκες για ένα αδιατάρακτο φυσικό και χημικό υπόβαθρο».
Τελειώνοντας το άρθρο αυτό, θυμήθηκα κάτι από τον Άμλετ του Σαίξπηρ: «Χτυπάει καμπάνα και κανείς δεν ρωτάει για ποιόν».