Αναγκαία προϋπόθεση σωστής λειτουργίας του κράτους – Ανοίγει το δρόμο για Κυβερνήσεις συνεργασίας.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΤΟ
Με αφορμή την απαγόρευση της συγκέντρωσης των αστυνομικών στην πλατεία Εξαρχείων από τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη, για ένα θέμα που αφορά αποκλειστικά την λειτουργία και προστασία της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, το οποίο συντονίζει αποκλειστικά το Αρχηγείο της Αστυνομίας, πιστεύω ότι αποκαλύπτεται για μια ακόμη φορά ότι η Κυβέρνηση δεν πρέπει και να διοικεί, αλλά πιστεύω ότι ήρθε η ώρα να ξεχωρίσει ο ρόλος της κυβέρνησης από αυτόν της δημόσιας διοίκησης, έτσι ώστε να λειτουργήσει αρμονικά και αποτελεσματικά το κράτος, προς όφελος του πολίτη και της κοινωνίας γενικότερα.
Το γεγονός ότι η κυβέρνηση ασκεί και διοίκηση, είναι ένα κατάλοιπο των πρώτων χρόνων της απελευθέρωσης και δυστυχώς εξακολουθεί να ισχύει για λόγους κυρίως εξουσίας και πελατειακών σχέσεων των πολιτικών, χωρίς να γίνεται αντιληπτό ότι η παθογένεια αυτή δημιουργεί πολλά και ποικίλα προβλήματα τόσο στη δημόσια διοίκηση όσο και στην καθημερινή ζωή των πολιτών, αλλά και αυτής της κυβέρνησης.
Θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι η Κυβέρνηση πρέπει να κυβερνάει, δηλαδή χαράσσει την πολιτική της δια των νόμων, παρακολουθεί την αποτελεσματική εφαρμογή της και παρεμβαίνει όπου χρειάζεται, καλύπτει τις ανάγκες του κράτους δια του προϋπολογισμού, εποπτεύει τη δημόσια διοίκηση ή ακόμη και παρεμβαίνει σε εξαιρετικά κρίσιμες, άρα και σπάνιες, περιπτώσεις. Αλλά με κανένα τρόπο δεν θα πρέπει να ασκεί τη διοίκηση του κράτους, η οποία ανήκει αποκλειστικά από τους λειτουργούς των Υπηρεσιών του κράτους.
Δεν είναι δυνατό π.χ. ο Υπουργός να εγκρίνει κάθε ενέργεια του Υπουργείου του και ακόμη να λαβαίνει γνώση κάθε εισερχομένου και εξερχομένου εγγράφου. Όλα αυτά είναι καθήκον και αρμοδιότητα των Υπηρεσιών του κάθε Υπουργείου ή ΝΠΔΔ, οι οποίες θα πρέπει να κρίνουν αντικειμενικά και σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους και διατάξεις. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο μεν πολίτης θα αισθάνεται ασφαλής χωρίς την ανάγκη παρέμβασης πολιτικού προσώπου, η δε κυβέρνηση θα παραμένει απερίσπαστη να ασκήσει την πολιτική της και να διαγράψει τους στρατηγικούς της στόχους.
Πως είναι δυνατό π.χ. να ζητάμε από τον Υπουργό Δημόσιας Τάξης να γνωρίζει καλλίτερα από τον αρχηγό της Αστυνομίας, να κρίνει αν και για ποιο λόγο θα προκύψει αταξία ή και πως και με ποιο επιχειρησιακό σχέδιο θα προληφθεί ή θα κατασταλεί μια αναταραχή. Η παθογένεια αυτή του συστήματος και η σύγχυση που προκαλείται, αποδυναμώνει τη δημόσια διοίκηση, την καθιστά ανεύθυνη αφού περιμένει οδηγίες από τον υπουργό για κάτι για το οποίο ο υπουργός, το πιο πιθανό είναι να έχει απόλυτη άγνοια, που όμως κατηγορείται για ένα ανεπιτυχές αποτέλεσμα και το χειρότερο, το δέχεται ο ίδιος ο υπουργός και να προσπαθεί να το αιτιολογήσει εκ των υστέρων.
Ήρθε λοιπόν η ώρα, στα ρηξικέλευθα οράματα μιας πρωτοπόρας κυβέρνησης, αλλά και όλου του πολιτικού κόσμου, να συμπεριληφθεί και η αποκοπή της δημόσιας διοίκησης από την Κυβέρνηση και γενικότερα τους πολιτικούς της προϊσταμένους, έτσι ώστε να συγκροτήσουμε μιαν ικανή και αξιόπιστη δημόσια διοίκηση και οι όποιες ευθύνες να ζητούνται από αυτή και μόνο. Η Κυβέρνηση ας φροντίσει να θεσπίσει διαδικασίες αξιοκρατικής επιλογής των στελεχών της δημόσιας διοίκησης, τα οποία να είναι επαρκώς ενημερωμένα και καταρτισμένα για τους νόμους και ιδίως με την σκοπιμότητα των νόμων, ώστε το γράμμα του νόμου να μην καταργεί την ουσία, σε συνδυασμό με ελεγκτικούς αλλά και πειθαρχικούς μηχανισμούς. Έτσι κάθε στέλεχος να γνωρίζει ότι θα πρέπει να είναι ικανό και υπεύθυνο, δίκαιο και αποδοτικό, άλλως θα υφίσταται τις συνέπειες του νόμου, συμπεριλαμβανομένης και της απόλυσής του.
Αν η Κυβέρνηση περιοριστεί στα δικά της καθήκοντα και στο δικό της ρόλο, θα έχουμε αποδοτικότερη κυβερνητική δράση αφ’ ενός και υπευθυνότερη και ουσιαστικότερη δημόσια διοίκηση. Αυτό θα βοηθήσει και στην σταδιακή αποκομματικοποίηση του κράτους, κάτι το οποίο είναι εκ των ων ουκ άνευ για την ομαλοποίηση της λειτουργίας του κράτους και κατά συνέπεια στη δίκαιη και αποδοτική λειτουργία του. Αυτή θα είναι πράγματι μια ουσιαστική διοικητική μεταρρύθμιση που οφείλουν όλα τα κόμματα να το αποδεχθούν. Άλλωστε δεν νομίζουμε ότι κομίζουμε γλαύκα εις Αθήνας, μια και έτσι λειτουργούν στην Ευρώπη και σε όλα τα προηγμένα κράτη. Ας μην ξεχνάμε ότι το Βέλγιο είχε μείνει κάποτε χωρίς κυβέρνηση για έναν ολόκληρο χρόνο και το κράτος λειτουργούσε άψογα. Εδώ φοβόμαστε ακόμη και την προεκλογική περίοδο, ότι το κράτος θα υπολειτουργεί διότι, άκουσον-άκουσον, οι Υπουργοί θα ασχοληθούν με την επανεκλογή τους, αλλά και θα μας στοιχίσει περί τα δύο δις.
Ένας ρηξικέλευθος τρόπος, αλλά και άκρως αποτελεσματικός για ουσιαστική αποκομματικοποίηση του κράτους από τη μια μεριά, αλλά και να καταστεί το Δημόσιο δίκαιο, αποτελεσματικό, αμερόληπτο και αποδοτικό, είναι ο ακόλουθος. Ο Γενικός Γραμματέας είναι η ψυχή του κάθε Υπουργείου, ο επικεφαλής όλων των Υπηρεσιών, αλλά και ο σύνδεσμος με την πολιτική ηγεσία και επομένως είναι ο άνθρωπος κλειδί για το καθετί. Το πρόσωπο λοιπόν που θα του ανατεθεί αυτή η θέση, πρέπει κατ’ αρχήν να είναι μορφωμένο και καλλιεργημένο, με εμπειρία στη ζωή και με γενικές γνώσεις επί των αναφυομένων θεμάτων του συγκεκριμένου υπουργείου. Πάνω από όλα δεν επιτρέπεται να είναι κομματικό στέλεχος ως το σημαντικότερο προσόν του και να μην προέρχεται από τον κομματικό σωλήνα.
Για να επιτευχθούν όλα τα πιο πάνω, δεν πρέπει να διορίζεται από την κυβέρνηση ή τον Υπουργό, συνήθως ως αποτυχημένος βουλευτής ή άλλο στενό κομματικό στέλεχος, αλλά να επιλέγεται ο άριστος μέσα από ένα δημόσιο διαγωνισμό, για πενταετή θητεία! Ο πιο πάνω τρόπος επιλογής, σε συνδυασμό με άριστους εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς, θα επιτευχθεί η τέλεια δημόσια διοίκηση, πέρα και πάνω από κυβερνήσεις και κόμματα, και ένα αποτελεσματικό, δίκαιο και παραγωγικό κράτος, συμπαραστάτη του πολίτη και του επιχειρηματία και με πολύ λιγότερους «σύμβουλους» των υπουργών. Έτσι θα είναι πλέον ή βέβαιο ότι η χώρα θα ευημερήσει και δεν θα χρειαστεί ποτέ κανένα Μνημόνιο ή/και επιτήρηση κανενός. Επί πλέον, μια τέτοια δομή του κράτους, θα επιτρέψει και τη δημιουργία κυβερνήσεων συνεργασίας, χωρίς το φόβο των αναταράξεων της κρατικής μηχανής, φόβος που υπερίπταται ως πέλεκυς τώρα.