Η Παιδαγωγική σ’ όλους τους καιρούς και σ’ όλους τους τόπους θεωρεί ως μία απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργική μάθηση στο σχολείο την καλή γνώση μαθητών εκ μέρους των εκπαιδευτικών…
ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΤΣΟΥΛΙΑ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ, ΠΡΩΗΝ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΟΛΜΕ
Αναφερόμαστε σε γνώση τόσο του μαθησιακού κάθε φορά πεδίου των μαθητών, όσο και του ιδιαίτερου πνευματικού και συναισθηματικού τους κόσμου.
Η διδασκαλία στο σχολείο δεν γίνεται δίκην διάλεξης δεν έχει γενικό και αόριστο χαρακτήρα αλλά αποσκοπεί στην «εδραία» μάθηση και στην αγωγή. Η εκφορά του λόγου του εκπαιδευτικού έχει μεν μια «γενική ροή», αλλά παράλληλα διακλαδίζεται σε «επιμέρους ροές» για να συναντάει τη μαθησιακή ιδιαιτερότητα κάθε μαθητή. Άλλωστε σήμερα, η διαφορετικότητα – σε πολλαπλά στοιχεία: πολιτισμού, θρησκείας, εθνότητας, κουλτούρας, ιδεολογίας και κοσμοθεωρίας κλπ -, είναι συστατικό στοιχείο κάθε σχολικής αίθουσας σ’ όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και η διαφοροποιημένη διδασκαλία είναι ένα από τα πιο βασικά προσόντα των εκπαιδευτικών. Η γνώση των ξεχωριστών ιδιαιτεροτήτων των μαθητών διαμορφώνει και ένα απόλυτα δημιουργικό περιβάλλον όχι μόνο στη διδασκαλία αλλά και στο γενικότερο κλίμα της σχολικής αίθουσας.
Αλλά πώς μπορεί να γίνει αυτή η γνώση; Είναι προφανές ότι η μονομέρεια του γνωστικού αντικειμένου (ή και των γνωστικών αντικειμένων) που αφορά κάθε εκπαιδευτικό και η παραδοσιακή λειτουργία της αίθουσας δεν μπορούν να δώσουν άρτια γνώση των μαθητών αλλά απαιτούνται παράλληλες ενέργειες.
α) Στην πρώτη γνωριμία του εκπαιδευτικού με ένα τμήμα μαθητών οφείλει να προχωρήσει σε ένα ή και δύο διαγνωστικά τεστ για την διαμόρφωση μιας πρώτης εικόνας και φυσικά να τα αξιολογήσει και να τα λάβει υπόψη του αντιμετωπίζοντας όσα προβλήματα μπορεί ιδιαίτερα στο ξεκίνημα της σχολικής χρονιάς.
β) Κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας ο εκπαιδευτικός οφείλει να απευθύνεται και σε προσωπικό επίπεδο, ιδιαίτερα γι’ εκείνους τους μαθητές που έχουν συγκριτικά μικρότερη συμμετοχή. Αν κάποιος μαθητής επιμένει να «κρατάει αποστάσεις» από τη διδασκαλία και να είναι παθητικός, τότε απαιτείται και ιδιαίτερη συζήτηση εκτός της σχολικής αίθουσας.
γ) Εκτός των παραδοσιακών τεχνικών της αξιολόγησης των μαθητών – τεστ, διαγωνίσματα, πειράματα… – πρέπει να προκρίνονται και οι δημιουργικές εργασίες, μέσα από τις οποίες θα αναδεικνύεται το όλον της μαθησιακής ικανότητας των εκπαιδευομένων. Για παράδειγμα, απαιτούνται εργασίες που θα έχουν ως αφετηρία ένα «θέμα» του μαθήματος αλλά θα προεκτείνονται στην κατάθεση της προσωπικής «θέσης» του μαθητή και σε καμιά περίπτωση – ειδικά στην περίπτωση μαθητών του λυκείου – σε συλλογή πληροφοριών, γιατί κάτι τέτοιο δεν έχει κανένα νόημα. Άλλοις λόγοις, θεωρώ ότι η εικόνα γνώσης που αποκομίζει ο φιλόλογος μέσα από τη διαδικασία της Έκθεσης μπορεί και πρέπει να αφορά και την εικόνα γνώσης των άλλων ειδικοτήτων. Η προσωπική εκπαιδευτική μου εμπειρία σ’ αυτό το ζήτημα είναι υπερβολικά θετική και μπορώ να ισχυριστώ ότι έχει φοβερά δημιουργικό αποτέλεσμα.
δ) Πέραν των στοιχείων που αναδεικνύονται μέσα από τη διαδικασία της μάθησης, ένα πεδίο γνώσης των μαθητών είναι οι ιδιαίτερες συζητήσεις εκτός αίθουσας: στα διαλείμματα, στις σχολικές εκδηλώσεις και ιδιαίτερα στις εκδρομές, όπου διαμορφώνεται και ένα άλλο πιο ελεύθερο πεδίο σχέσεων.
ε) Η συζήτηση με τους γονείς και η ανταλλαγή απόψεων για κάθε μαθητή είναι συχνά καταλυτική για την κατανόηση ιδιαίτερων πτυχών του και μάλιστα σε πιο άρτιο επίπεδο: της προσωπικότητας, της νοοτροπίας, των ενδιαφερόντων, των αδυναμιών κλπ. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν μπορεί να γίνεται ευκαιριακά ή υπό το βάρος του λίγου χρόνου, για παράδειγμα, κατά την παράδοση της βαθμολογίας.
στ) Για να έχει νόημα και αξία η προσωπική γνώση οφείλουμε να τη διασταυρώνουμε με τις προσωπικές γνώμες των άλλων εκπαιδευτικών, με διάθεση πρόθυμης αναθεώρησης και δημιουργικού επηρεασμού μας. Είναι γνωστό ότι κάθε μαθητής έχει και κάποια ιδιαίτερη αδυναμία για ορισμένους ή και για έναν μόνο εκπαιδευτικό. Σ’ αυτή την περίπτωση οι εν λόγω εκπαιδευτικοί έχουν καλύτερες δυνατότητες αποσαφήνισης της εικόνας του μαθητή. Οι Παιδαγωγικές Συνεδριάσεις των εκπαιδευτικών για να μπορούν να έχουν πράγματι παιδαγωγικό περιεχόμενο θα πρέπει να εστιάζουν στις ιδιαιτερότητες των μαθητών, γιατί μόνο έτσι μετασχηματίζονται σε πηγή μάθησης των εκπαιδευτικών. Δυστυχώς στη χώρα μας δεν αναπτύσσουμε τη φοβερή δυναμική που κρύβουν οι Παιδαγωγικές Συνεδριάσεις με την ανταλλαγή εμπειριών και προβληματισμών, ιδεών και προτάσεων μεταξύ των εκπαιδευτικών, και πρέπει να μετασχηματίσουμε θετικά το όλο σκηνικό.
Η γνώση των μαθητών εκ μέρους των εκπαιδευτικών αποβλέπει όχι μόνο στην επίλυση επιμέρους μαθησιακών προβλημάτων αλλά στη δημιουργία φιλικού κλίματος και στην προαγωγή πιο δημιουργικών σχέσεων. Πιστεύω ότι αν ένα σχολείο δώσει ξεχωριστό βάρος σ’ αυτό το τόσο βασικό στοιχείο της λειτουργίας του, θα αναδειχθεί με πιο εμφαντικό τρόπο η ομορφιά και η γοητεία της μάθησης και της αγωγής.